Τετάρτη 3 Αυγούστου 2011

Η Θεοτόκος, αντίληψη και προστασία μας

 


undefined
«Παθών με ταράττουσι προσβολαί, πολλής αθυμίας, εμπιπλώσαί μου την ψυχήν· ειρήνευσον, Κόρη τη γαλήνη, τη του Υιού και Θεού σου, Πανάμωμε».
Προσβολές των παθών με ταράζουν, γεμίζοντας με αθυμία την ψυχή μου· εσύ, πανάμωμη Κόρη, ειρήνευ­σέ με, με τη γαλήνη που παρέχει με τη χάρη του ο Υιός και Θεός σου.

Τα πάθη, σωματικά και ψυχικά, φέρνουν μεγάλη ταραχή και αναστάτωση στον άνθρωπο. Είναι βίαιες κινήσεις του θυμικού μέρους της ψυχής, οι οποίες επισκιάζουν το λόγο, οδηγώντας τον άνθρωπο σε αφύσικες και παράλογες καταστάσεις. Τα πάθη, ως ορμές βίαιες, αφανίζουν την ηρεμία, η οποία είναι απαραίτητη για την ηθική και πνευματική πρόοδο του ανθρώπου. Τα πάθη, εφόσον συγκατατεθεί σ’ αυτά η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου και στο μέτρο που υποδουλώνουν τον άνθρωπο, είναι σαφώς αμαρτωλά, γιατί οδηγούν στην παράβαση του νόμου του Θεού. Αντίθετα, αν είναι απλές κινήσεις που υπάρχουν αναγκαίως στη φύση (η πείνα, η δίψα κ.λπ.) δεν είναι αμαρτωλά. Τα αμαρτωλά του πάθη ο άνθρωπος πρέπει να καταπολεμά αλλιώτικα, δεν είναι δύσκολο να οδηγηθεί στον αιώνιο πνευματικό θάνατο. Η καταπολέμησή τους γίνεται με εγρήγορση, άσκηση και προσευχή και κυρίως με τη βοήθεια της χάριτος του Θεού στο αγιαστικό έδαφος της Εκκλησίας.
Στο σημαντικό αγώνα κατά των παθών πολύ συμβάλλει και η Πανάμωμη Κόρη της βασιλείας, η Παναγία μας, με τη χάρη του θεομητορικού της θαύματος. Ως νύμφη Θεού θεοχαρίτωτη, διοχετεύει στις ταραγμένες ψυχές τη γαλήνη του Υιού και Θεού της, που υπερβαίνει κάθε φυσική αίσθηση.
«Σωτήρα τεκούσαν σε και Θεόν, δυσωπώ, Παρθένε, λυτρωθήναι με των δεινών·  σοι γαρ νυν προσφεύγων ανατείνω και την ψυχήν και την διάνοιαν».
Εσένα, Παρθένε, πού γέννησες το Θεό, σε παρακαλώ να μεσιτεύσεις, ώστε να λυτρωθώ από τα δεινά· γιατί, προσφεύγοντας τώρα σε σένα, ανυψώνω στη χάρη σου και την ψυχή και τη διάνοια μου.
Τα θαυμάσια της Θεοτόκου οφείλονται στο θεομητορι­κό έργο της, στο γεγονός ότι αυτή έγινε η μεσίτρια μεταξύ Θεού και ανθρώπων, υπό την έννοια φυσικά ότι δι’ αυτής εισήλθε στον κόσμο ο Υιός του Θεού. Η Μαρία ήταν η πάλλευκη και αγνή Κόρη, η μόνη άξια να δώσει τη σάρκα της στον Υιό του Θεού, ώστε αυτός να γίνει αληθινός και τέλειος άνθρωπος. Γέννησε το Σωτήρα του κόσμου και Θεό, φυσικά στην ανθρώπινη φύση του, γιατί η θεότητα δεν μπορεί να γεννηθεί με τον τρόπο που γεννιούνται οι υπόλοιποι άνθρωποι. Η Μαρία ήταν αληθινή Θεοτόκος, γεγονός στο οποίο οφείλεται η θεομητορική δόξα και το μητροπάρθενο κλέος της, το οποίο επισκίασε τη φωτεινή λαμπρότητα και αυτών των αγγελικών δυνάμεων.
Στη δοξασμένη Μητέρα του Θεού, που είναι και μητέρα της Εκκλησίας, οι πιστοί προσφεύγουν με ευλάβεια παρακαλώντας την να τους λυτρώσει από τα δεινά του βίου, που ασφυκτικά πιέζουν την ψυχή τους: ασθένειες, θλίψεις, κίνδυνοι και κακές περιτροπές του βίου, έχοντας ακράδαντη πεποίθηση, ότι η αειπάρθενη Κόρη δεν θ’ αποστρέψει τους δούλους της «κενούς», αλλά θα εκπληρώσει το αίτημα προς το συμφέρον αυτών που το αιτούν. Προς την Παρθένο Θεοτόκο οι πιστοί στρέφονται ολόθερμα υψώνοντας στη χάρη της και την ψυχή και τη διάνοια τους.
«Νοσούντα το σώμα και την ψυχήν, επισκοπής θείας, και προνοίας της παρά σου, αξίωσον μόνη Θεομήτορ, ως αγαθή αγαθόν τε λοχεύτρια».
Εσύ μόνη Θεομήτωρ, που όντας αγαθή γέννησες τον αγαθό, αξίωσε κι έμενα που νοσώ στο σώμα και την ψυχή, να τύχω της φροντίδας και της προνοίας σου.
Υπάρχουν νόσοι του σώματος και νόσοι της ψυχής, αρρώστιες που κατατρύχουν τον ανθρώπινο βίο. Δεν πρέπει να υποθέσουμε ότι ο Θεός, δημιουργώντας τον άνθρωπο «κατ’ εικόνα και ομοίωσιν» αυτού, έθεσε στην πρωτόκτιστη φύση τις διάφορες ασθένειες που τόσο άγρια τη βασανίζουν. Ο πρώτος άνθρωπος, ενόσω έμενε κοντά στο δημιουργό του, δεν αρρώσταινε. Είχε πλήρη υγεία σώματος και ψυχής. Ήταν γαλήνιος και ήρεμος, χωρίς σωματικούς πόνους και νοσήματα ψυχικά. Οι αρρώστιες που μας βασανίζουν είναι επιφαινόμενα. Φάνηκαν στη φύση αργότερα, αφότου ο Αδάμ παρέβηκε την εντολή του Θεού. Τότε εισόρμησαν στη φύση τα πάθη και οι ασθένειες, ως αποτελέσματα της αμαρτίας. Ο Θεός τις παραχώρησε στην πεσμένη φύση, για να μετανοεί και να παιδαγωγείται ο αμαρτωλός άνθρωπος. Η τέλεια «απονία» δεν είναι κατάσταση της παρούσας ζωής. Είναι δώρο του Θεού στις αναγεννημένες φύσεις στη βασιλεία των ουρανών, «ένθα ουκ εστί πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός», αλλά χαρά και ζωή ατελεύτητη.
Στις σωματικές και ψυχικές νόσους του ο πιστός, όταν λιώνει στο κρεβάτι του πόνου και υποφέρει σπαρακτικά, στρέφεται εναγώνια προς την αγαθή Θεομήτορα που γέννησε τον αγαθό Θεό, ζητώντας αντίληψη και προστασία.

(Α. Θεοδώρου, «Χρυσοπλοκώτατε Πύργε» -Μετάφραση και σχολιασμός των Παρακλητικών Κανόνων, εκδ. Αποστ. Διακονίας)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου