Πιστεύεις;
(Ομιλία του †Επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)
«Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν» (Β΄ Κορ. 4,13)
Τὸ ῥητὸ αὐτὸ τοῦ σημερινοῦ ἀποστόλου,ἀγαπητοί μου, λύνει πολλὰ προβλήματα. «Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα», δηλαδὴ ἡ πίστις μου μ᾿ ἔκανε νὰ μιλήσω (Β΄ Κορ. 4,13) . Ποιός τὸ λέειαὐτό; Πρῶτος τὸ εἶπε ὁ Δαυΐδ (Ψαλμ. 115,1) , καὶ τὸ ἐπαναλαμβάνει ἐδῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος σὲ ἑνικὸ καὶ πληθυντικὸ ἀριθμό· «καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν» . Καὶ μαζὶ μὲ τὸνΠαῦλο τὸ λένε οἱ ὅσιοι, οἱ μάρτυρες, ὅλοι οἱ ἅγιοι ἀνὰ τοὺς αἰῶνας.Ἀλλὰ θὰ ρωτήσετε· τί πίστευαν ὅλοι αὐτοί, ποὺ πρέπει κ᾿ ἐμεῖς νὰ τὸ πιστεύουμε;
Τί πιστεύουμε; Ὡρισμένα σημεῖα τῆς πίστεώς μας θὰ παρουσιάσω ἐνώπιόν σας
Τί πιστεύουμε; Ὡρισμένα σημεῖα τῆς πίστεώς μας θὰ παρουσιάσω ἐνώπιόν σας
.⃝ Τὸ ἄλφα τῆς πίστεώς μας, εἶνε ὅτι ὑπάρχει Θεός . Ἡ ἀλήθεια αὐτὴ εἶνε τὸ θεμέλιο, καὶδὲν συγκρούεται οὔτε μὲ τὴ λογικὴ οὔτε μὲ τὴν ἐπιστήμη. Λογική, ἐπιστήμη καὶ ἱστορίατῆς ἀνθρωπότητος, ἔμψυχα καὶ ἄψυχα, καὶ οἱ πέτρες καὶ τὰ ἄστρα, ὅλα φωνάζουν, ὅτι ὑπάρχει Κύριος, ὑπάρχει Θεὸς δημιουργός. Σὲ ὅποιον λέει ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός, πῆτε του· –Ἂν μὲ πείσῃς, ὅτι τὸ σπίτι σου φύτρωσεἔτσι μόνο του, χωρὶς σχέδιο, χωρὶς μηχανικό, χωρὶς τεχνίτη, τότε κ᾿ ἐγὼ θὰ πεισθῶ ὅτι τὸσύμπαν, τὸ τεράστιο αὐτὸ σπίτι, ἔγινε μόνο του. «Πᾶς γὰρ οἶκος κατασκευάζεται ὑπό τινος, ὁ δὲ τὰ πάντα κατασκευάσας Θεός» κάθε σπίτι ἔχει τὸν κατασκευαστή του, ὁ δὲ κατασκευαστὴς ποὺ ἔκανε τὰ σύμπαντα εἶνε ὁ Θεός(Ἑβρ. 3,4). Αὐτὸ πιστεύει ὁ Παῦλος, αὐτὸ πι-στεύουν ὅλοι οἱ ἅγιοι· ὑπάρχει Θεός
.⃝Τὸ δεύτερο σημεῖο τῆς πίστεώς μας εἶνε, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἕνα προορισμό. Ποιός εἶνε ὁ προορισμὸς τοῦ ἀνθρώπου; Εἶνε τὰ πλούτη καὶ οἱ ἀπολαύσεις; Ὁ προορισμὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶνε ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Κύριος· «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν» (Ματθ. 5,48) . Αὐτός εἶνε ὁ στόχος, ἡ τελειότης νὰ φτάσῃ ὁ ἄνθρωπος τὸ θεῖο, αὐτός εἶνε ὁ προορισμός του.
⃝ Ἄλλο σημεῖο εἶνε, ἀγαπητοί μου, ὅτι δυστυχῶς ὁ ἄνθρωπος ἔπεσε . Καὶ οὔτε ἄγγελος ἢ ἀρχάγγελος οὔτε καμμία ἄλλη δύναμις μποροῦσε νὰ τὸν σώσῃ. Μόνο ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰη-σοῦς Χριστὸς τὸν ἔσωσε διὰ τῆς Ἐκκλησίαςτου . Αὐτή εἶνε ἡ πίστις μας· ὅτι δὲν ὑπάρχειἄλλος ἱκανὸς νὰ μᾶς σώσῃ (βλ. Πράξ. 4,12)
.⃝ Ἄλλο σημεῖο εἶνε, ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶνε ἀνθρώπινο κατασκεύασμα . Ἂν τὴν ἔφτειαχνεἄνθρωπος, θά ᾿χε διαλυθῆ, εἴτε ἀπὸ τοὺς αὐτοκράτορες μὲ τοὺς διωγμούς, εἴτε ἀπὸ τοὺςαἱρετικούς, εἴτε ἀπὸ μᾶς! Ὅταν ἐμεῖς δὲν εἴμεθα «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ματθ. 5,14) , τότε προπαντὸς κινδυνεύει ἡ Ἐκκλησία. Καὶ ὅμως, παρ᾿ ὅλα αὐτά, τὴν Ἐκκλησία κανείς δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ξερριζώσῃ. Διότι τὴν φύτευσε ὁ Θεὸςκαὶ τὴν στερέωσε μὲ τὸ τίμιο αἷμα του ὁ Χρι-στός. Καὶ ὅ,τι φύτευσε ὁ Θεός, δὲν μπορεῖ κανείς νὰ τὸ ξερριζώσῃ. Ἡ Ἐκκλησία μας εἶνεἡ ἄμπελος τοῦ Χριστοῦ· κι ὅσο χαλάζι ἂν ῥίξῃὁ διάβολος, δὲν μπορεῖ νὰ τὴν καταστρέψῃ
.⃝ Πιστεύουμε λοιπὸν ὅτι ὑπάρχει Θεός, ὅτι ὁἄνθρωπος ἔχει θεῖο προορισμό, ὅτι ἡ Ἐκκλη-σία μας εἶνε θεῖο καθίδρυμα «καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18) . Ἂς προσθέσουμε ἀκόμα κάτι. Πιστεύουμε, ὅτι τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη δὲν εἶνε τὸ τέλος. Ἡ ζωήμας δὲν εἶνε μόνο τὰ τριάντα, σαράντα, πε-νήντα ἢ καὶ ἑκατὸ χρόνια. Ὁ θάνατος εἶνε ἕνα γεφύρι ποὺ φέρνει στὴ χώρα τῆς αἰωνιό-τητος. Αὐτὴ τὴ χώρα ἔβλεπε μὲ τὰ μάτια τουὁ Δαυΐδ, αὐτὴν ἔβλεπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος,καὶ γι᾿ αὐτὸ ἔλεγαν· «Ἐπίστευσα…».
–Τὰ πιστεύω ὅλ᾿ αὐτά, θὰ πῇς.Ἀρκεῖ ὅμως αὐτό; Ἂν πιστεύῃς, τότε «Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα» . Καρδιὰ ποὺ πιστεύει ἐκδηλώνει τὴν πίστι.
Πῶς ἐκδηλώνεται ἡ πίστι;
⃝ Πρῶτον μὲ ὁμολογία . Ἂν πιστεύῃς, θὰ δώ-σῃς τὴ μαρτυρία σου μὲ πολλοὺς τρόπους.Τὴν Κυριακὴ ἀκοῦς τὴν καμπάνα; θὰ τρέξῃς στὴν ἐκκλησία, νὰ πῇς «Δόξα σοι τῷ δείξαντι τὸ φῶς…» (Δοξολ.) . Ἂν πιστεύῃς, κι ἀκοῦς νὰ βλαστημοῦν, θὰ πλησιάσῃς, θὰ μιλήσῃς μὲ ἀγάπη ἢ θὰ διαμαρτυρηθῇς ἐντονώτερα. Ἂν πιστεύ-ῃς, στὸ τραπέζι θὰ σηκωθῇς καὶ θὰ πῇς τὸ «Πάτερ ἡμῶν…», θὰ κάνῃς τὴν προσευχή σου.
⃝ Πῶς ἀλλιῶς ἐκδηλώνεται ἡ πίστι; Μὲ ἱεραποστολή . Ἀδελφοί μου, θὰ μᾶς τιμωρήσῃ ὁΧριστός. Ἄλλοτε στὴν Ἑλλάδα ἦταν πέντε χιλιασταί, καὶ σήμερα εἶνε χιλιάδες. Πίστευαν στὴν ψεύτικη πίστι τους καὶ τὴ σκόρπισαν παντοῦ σπόρο τοῦ διαβόλου. Ἐσὺ ὁ ὀρθόδοξοςπιστεύεις; Ἂν πιστεύῃς, γιατί ἔρχεσαι μόνος στὴν ἐκκλησία; Ἐσὺ γυναίκα, ποῦ ᾿νε ὁ ἄντρας σου, ποῦ ᾿νε τὰ παιδιά σου; Κ᾿ ἐσὺ ὁ ἄντρας,γιατί ἔρχεσαι μόνος σου; Δίπλα, στὴ γειτονιά, ὑπάρχουν τόσοι ποὺ δὲν ἐκκλησιάζονται. Ἂν πιστεύῃς, πεῖσε τους, ὅτι ὁ ἐκκλησιασμὸς εἶνε ἱερὸ καθῆκον. Ἂν πιστεύῃς, κοίταξε δεξιὰ κι ἀριστερὰ νὰ δῇς ἀνθρώπους ποὺ τοὺς ἔχουν πιάσει τὰ δίχτυα τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς πλάνης. Ποιά προσπάθεια κάνουμε γι᾿ αὐτοὺς νὰ βγοῦν ἀπ᾿ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν κόλασι;
⃝ Ἄλλη ἐκδήλωσι τῆς πίστεως εἶνε ἡ διάδοσι τῆς Ὀρθοδοξίας . Ἂν πιστεύῃς ὅτι ἡ πίστισου εἶνε ἡ μόνη ποὺ σῴζει, γιατί δὲν τὴ διαδί-δεις; Γιά διάβασε τὸ βίο τοῦ ἁγίου Εὐθυμίουτοῦ Μεγάλου (20 Ἰανουαρίου) . Ἕνας αὐτός, κατώρθωσε μὲ τὰ λόγια καὶ τὸ παράδειγμά τουνὰ βγάλῃ πλῆθος αἱρετικοὺς ἀπὸ τὴν αἵρεσι.Μοναχὸς αὐτὸς καὶ ἀσκητής, κατώρθωσε χιλιάδες αἱρετικοὺς νὰ τοὺς κάνῃ ὀρθοδόξους.Ποῦ ἔφτασε· ἀνέβηκε καὶ στὰ ἀνάκτορα, βρῆκε μιὰ βασίλισσα ποὺ δὲν πίστευε στὴν Ὀρθοδοξία, τὴν Εὐδοξία, καὶ τὴν ἔκανε κι αὐτὴν ὀρθόδοξη. Ἕνας ἀσκητὴς ποὺ πίστευε.
!⃝ Πιστεύεις; Τότε ὄχι μόνο μὲ λόγια ἀλλὰ καὶ μὲ ἔργα ἀγάπης καὶ θυσίας θὰ ἐκδηλώνῃς τὴν πίστι σου. Ἀκοῦστε ἕνα παράδειγμα μόνο. Ὅταν ἡ λέπρα ἦταν ἀκόμη μία ἀθεράπευτη ἀρρώστια, κανένας δὲν πλησίαζε λεπρό. Τότε στὸ Βέλγιο ἕνα εὐγενὲς παιδὶ ἀριστοκρα-τικῆς οἰκογενείας, ποὺ λεγότανε Δαμιανός, ἄφησε τὰ πλούτη καὶ τὶς ἀνέσεις του, καὶ εἶπε· Χριστέ, θὰ σὲ ὑπηρετήσω· γιὰ σένα θὰ πάω ὄχι στὴν Εὐρώπη ἀλλὰ στὸν Εἰρηνικὸ ὠκεανό… Ἔγινε ἱεραπόστολος καὶ πῆγε ἐκεῖ, μέσα στὰ ἄγρια δάση. Ἐκεῖ βρῆκε τοὺς λεπροὺςκαὶ τοὺς ὑπηρέτησε. Ἀλλὰ κόλλησε τὴν ἀθεράπευτη ἀσθένεια, ἔγινε λεπρός, καὶ ἔτσι πέθανε. Ὑπάρχουν τέτοια παραδείγματα παλαιὰ καὶ σύγχρονα, ἀνθρώπων ποὺ θυσίασαν τὰ πάντα γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον
.⃝ Τέλος ἡ πίστι ἐκδηλώνεται καὶ μὲ μαρτύριο .Ἂν πιστεύῃς, διάβασε τὸ βίο τοῦ ἁγίου Μα-ξίμου τοῦ ὁμολογητοῦ (21 Ἰανουαρίου) . Πόσο πίστευε! Ἢ θὰ πάψῃς νὰ μιλᾷς γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, τοῦ εἶπαν, ἢ θὰ σοῦ κόψουμε τὴ γλῶσσα! Ἀλλ᾿ αὐτὸς ἀπὸ τόπο σὲ τόπο, ἀπὸ βράχο σὲ βράχο, ἀπὸ φυλακὴ σὲ φυλακή, παντοῦ ἔλεγε· Πιστεύω στὴν Ὀρθοδοξία, καὶ πολεμοῦσε τὴν αἵρεσι. Τέλος μὲ πυρακτωμένη ψαλίδα τοῦ κόψανε τὴ γλῶσσα. Ἀλλ᾿ οὔτε τότε σταμάτησε νὰ κηρύττῃ. Ἕνωνε τὰ τρία δάχτυλά του καὶ ἔλεγε· Πατήρ, Υἱὸς καὶ ἅγιονΠνεῦμα! Καὶ ἔτσι ἀκόμα ὡμολογοῦσε. Ἕνας ἄλλος μάρτυρας, ὅταν τοῦ κόψανε τὴ γλῶσ-σα, τί ἔκανε· ἔφερε τὸ χέρι στὸ αἱμόφυρτοστόμα του, πῆρε αἷμα, καὶ μ᾿ αὐτὸ ἔγραψε στὸμάρμαρο· «Χριστέ, πιστεύω σ᾿ ἐσένα!». Ἔτσιμίλησε καὶ κήρυξε.
Ἀγαπητοί μου! Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει· «Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα», τὸ πανίσχυρο δηλαδὴ κίνητρό μου εἶνε ἡ πίστις . Ὁ ἀρχαῖος φυσικὸς Ἀρχιμήδης μὲ ὑπερβολικὴ αὐτοπεποίθησι ἔλεγε· «Δός μοι πᾶ στῶ, καὶ τὰν γᾶν κινάσω»· δός μου μέρος, λέει, ποῦ νὰσταθῶ, καὶ θὰ κουνήσω τὴ γῆ ὁλόκληρη. Ἐμεῖς νὰ μὴ λησμονοῦμε, ὅτι ἡ πίστι στὸ Θεὸπράγματι μετακινεῖ καὶ βουνά, ὅπως βεβαιώ-νει τὸ ἀδιάψευστο στόμα τοῦ Χριστοῦ μας (βλ.Ματθ. 21,21. Μᾶρκ. 11,23) . Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ἡ πίστι μας εἶνε λίγη,νὰ ζητήσουμε ἀπὸ τὸ Χριστὸ αὐτὸ ποὺ ζήτησαν οἱ ἀπόστολοι· «Πρόσθες ἡμῖν πίστιν» (Λουκ.17,5) . Πρόσθεσέ μας λίγη ἀπὸ τὴν πίστι τῶν ἀποστόλων, δός μας ἕνα δράμι ἀπὸ τὴν πίστι τῶν πατέρων μας.
Ὦ Χριστέ! Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων, τοῦ ἁγίουΕὐθυμίου, τοῦ ἁγίου Μαξίμου καὶ ὅλων τῶνἄλλων, ἔλα πάλι κοντά μας. Λειῶσε τὴν κολώνα τοῦ πάγου ποὺ ὑπάρχει μέσα μας. Κάνε τὴν καρδιά μας νὰ θερμανθῇ, νὰ σὲ ἀγαπήσουμε,νὰ σὲ λατρεύσουμε, καὶ μέχρι τέλους τῆς ζωῆς μας νὰ λέμε· «Πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» (Μᾶρκ. 9,24) . Κάνε ὥστε κ᾿ ἐμεῖς, μαζὶ μὲ τὸ Δαυΐδ, μαζὶ μὲ τὸν Παῦλο, μαζὶ μὲ τοὺς μάρτυρες, νὰ ποῦμε· «Καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν» (Β΄ Κορ. 4,13) . Καὶ μέχρι τέλους πιστοὶκαὶ ἀφωσιωμένοι, νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου Πευκακίων - Ἀθηνῶν τὴν 20-1-1963.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου