Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011

Ἄς Προσευχηθοῦμε γιὰ τὴν Ἑλλάδα μας...




undefined


ΑΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΟΥΜΕ
γιὰ τὴν Ἑλλάδα μας.

Σύ, Κύριε, μὲ τὴν σοφὴ καὶ φιλάνθρωπη φροντίδα σου διευθύνεις καὶ κυβερνᾶς τὴν ζωή ὅλων μας. Καὶ ὅταν μᾶς παιδαγωγεῖς μὲ τὰ διάφορα δυσάρεστα γιὰ μᾶς γενονότα καὶ τὶς θλίψεις, ἐπιδιώκεις νὰ μᾶς ἐπαναφέρεις στὴν πρώτη μας δόξα, αὐτὴν ποὺ εἴχαμε στὸν Παράδεισο.
Τὸ γνωρίζουμε, ἁμαρτήσαμε καὶ ἀδιαφορήσαμε γιὰ τὶς ἅγιες ἐντολές σου. Ἐν τούτοις τολμοῦμε νὰ προσπέσουμε στὸ θρόνο τῆς χάριτός σου καὶ μὲ πνεῦμα μετανοίας νὰ Σὲ παρακαλέσουμε νὰ διώξεις μακριὰ ἀπὸ τὴν Χώρα μας «πάντας τοὺς ἐχθραίνοντας ἡμᾶς ματαίως».
Διάλυσε τὰ καταχθόνια σχέδιά τους. Σύντριψε τὰ δόντια αὐτῶν ποὺ σὰν ἄγρια θηρία θέλουν νὰ μᾶς κατασπαράξουν. Ἀπελευθέρωσε τὸ λαό σου ἀπὸ κάθε φόβο ἐπερχομένων κακῶν καὶ προστάτευσε, ἐνδυνάμωσε, ἐνθάρρυνε ὅλους μας μὲ τὸ παντοκρατορικό σου χέρι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς ἀιῶνας τῶν αἰώνων.

Κυριακή Δ' Λουκά, των Πατέρων της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, "Τι είναι οι αιρετικοί"(Του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου)



Τί εἶνε οἱ αἱρετικοὶ

(Ομιλία του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου)

«Ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος» (Τίτ. 3,11)
ΣΕ κάθε λειτουργία, ἀγαπητοί μου, εἴτε Κυριακῆς εἴτε καθημερινῆς, ὑπάρχει τάξις τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας νὰ διαβάζεται εὐαγγέλιο καὶ ἀπόστολος, ποὺ εἶνε τὰ θεόπνευστα λόγια τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἀποστόλων. Ἐὰν τὴν ὥρα ἐκείνη ἀνοίγαμε τὰ αὐτιά μας καὶ προσπαθούσαμε νὰ εἰσχωρήσουν τὰ χρυσᾶ αὐτὰ λόγια στὴν καρδιά μας καὶ νὰ τὰ πιστέψουμε εἰλικρινά, πόσο διαφορετικοὶ θὰ ἤμασταν! Ἕνα μόνο λόγο ἀπὸ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο ἄκουσε ὁ μέγας Ἀντώνιος καὶ ἔγινε ἅγιος.
Ἐμεῖς ἀκοῦμε στὴν ἐκκλησία ἀναγνώσματα καὶ κηρύγματα, καὶ ὅμως προκοπὴ δὲν ἔχουμε, γιατὶ δὲν τὰ προσέχουμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά. Εἴμαστε κ᾽ ἐμεῖς, ὅπως λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο, σὰν τὸν πατημένο δρόμο, σὰν τὶς πέτρες καὶ τ᾽ ἀγκάθια, ὅπου πέφτει ὁ σπόρος καὶ πάει χαμένος· δὲν καρποφορεῖ στὶς ἄγονες καρδιές μας. Μακάρι τώρα, ποὺ θ᾽ ἀκούσουμε γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸ ἅγιο Πνεῦμα ν᾽ ἀνοίξῃ μέσα μας αὐλάκι βαθύ, ὥστε τὰ φτωχὰ τοῦτα λόγια νὰ πέσουν σὲ ἐκλεκτὴ γῆ.

Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ εὐαγγέλιο, ποὺ εἶνε κάπως γνωστό· ἀκούσατε καὶ τὸν ἀπόστολο. Σαλπίζει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος πρὸς ἐμᾶς καὶ μαζί του σαλπίζουν καὶ οἱ 365 πατέρες τῆς Ἑβδόμης Οἰκουμενι κῆς Συνόδου, τῆς ὁποίας τὴ μνήμη ἑορτάζουμε. Κοντὰ σ᾽ αὐτοὺς σαλπίζω κ᾽ ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς πρὸς ὅλους καὶ λέω·Προσοχὴ στὸ μαντρί! γιατὶ ἔρχονται «λύκοι βαρεῖς»(Πράξ. 20, 29). Ποιό εἶνε τὸ μαντρί; Τὸ εὐλογημένο μαντρὶ εἶνε ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία.
Πρόβατα εἶνε ὁ κάθε πιστός. Καὶ «λύκοι βαρεῖς», ποὺ μπαίνουν μέσα καὶ κατασπαράζουν τὰ πρόβατα, εἶνε οἱ αἱρετικοί. Καὶ ποιμένες, ποὺ πρέπει νὰ φυλᾶνε τὴν ποίμνη, εἶνε οἱ κληρικοί, ἐπίσκοποι καὶ πρεσβύτεροι. Σὰν νὰ φωνάζῃ σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος· Ὦ ποιμένες, τὸ νοῦ σας στὴ μάνδρα τοῦ Χριστοῦ! Ὅπως ὁ τσοπᾶνος φυλάει τὴ νύχτα τὸ μαντρὶ καὶ δὲν ἀφήνει τὸ λύκο νὰ πλησιάσῃ ἀλλὰ τὸν κυνηγάει μὲ ὅποιο τρόπο μπορεῖ γιατὶ ἀγαπάει τὰ πρόβατά του, ἔτσι καὶ κάθε ἐπίσκοπος καὶ ἱερεὺς πρέπει νὰ φρουροῦν τὴν ἐπισκοπὴ καὶ τὴν ἐνορία τους, γιὰ νὰ μὴ εἰσχωρήσουν ἐκεῖ οἱ αἱρετικοί.
Καὶ ἂν συμβῇ κάποιο πρόβατο, ἕνας ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς, νὰ παραπλανηθῇ καὶ νὰ πιστέψῃ σὲ πλανεμένα δόγματα καὶ αἱρετικὲς διδασκαλίες, ὁ καλὸς ποιμὴν δὲν πρέπει νὰ ἀδιαφορήσῃ· πρέπει νὰ καταβάλῃ κάθε προσπάθεια γιὰ νὰ ἐπαναφέρῃ τὸ πρόβατο αὐτὸ στὴ μάνδρα. Πρέπει, λέει ὁ ἀπόστολος, νὰ τὸν καλέσῃ καὶ νὰ προσπαθήσῃ νὰ τὸν πείσῃ μὲ τὰ ἐπιχειρήματα τῆς Ὀρθοδοξίας. Νὰ τὸν νουθετήσῃ καὶ μία καὶ δύο φορές.
Καὶ ἂν μὲν ἐπιστρέψῃ, ἔχει καλῶς· ἂν ὅμως δὲν ἀ κούῃ ἀλλ᾽ ἔχῃ κλείσει τὰ αὐτιά του στὴ φωνὴ τῆς ἀληθείας, τότε, λέει, ἂς τὸν ἀφήσῃ πλέον. «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ». Γιατὶ δὲν πρέπει ὁ γεωρ γὸς νὰ σπέρνῃ ἐπάνω στὰ βράχια, κ᾽ εἶνε μάταιο ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ ἱεροκήρυκας νὰ συνεχίσουν νὰ σπέρνουν σὲ μιὰ ἄγονη καρδιά .Στὸ ἑξῆς ἂς τὸν ἀφήσουν. Αὐτὸς ἔχει πωρωθῆ καὶ διαστραφῆ, δὲν ἀκούει πλέον τίποτε ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, καὶ δὲν θὰ ἔχῃ δικαιολογία· «εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος»( Τί τ. 3, 10- 11).
Ποιός εἶνε αἱρετικός;Αἱρετικός, ἀγαπητοί μου, λέγεται ἐκεῖνος ποὺ διδάσκει κάτι πέρα ἀπὸ τὴ διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὅπως τὴν κήρυξαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, ὅπως τὴν παρέδωσαν οἱ ἅγιοι πατέρες καὶ ὅπως τὴν διατύπωσαν οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι ἐν Πνεύματι ἁγίῳ. Παρουσιάστηκαν στὴν ἱστορία διάφοροι αἱρετικοί· ἄλλοι δίδαξαν ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε Θεός, ἄλλοι ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο δὲν εἶνε πρόσωπο τῆς ἁγίας Τριάδος, ἄλλοι ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε δύο φύσεις, ἄλλοι ὅτι δὲν πρέπει νὰ προσκυνοῦμε τὶς ἅγιες εἰκόνες, καὶ ἄλλοι ἄλλα. Κάθε αἱρετικὸς κρατάει στὰ χέρια του μιὰ γομμολάστιχα τοῦ διαβόλου καὶ μ᾽ αὐτὴν προσπαθεῖ νὰ σβήσῃ κάτι ἀπὸ τὸ«Πιστεύω», τὸ ἄλφα ἢ τὸ βῆτα σημεῖο τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἄλλοι φωνάζουν Κάτω οἱ εἰκόνες, ἄλλοι Κάτω οἱ ἱερεῖς, ἄλλοι Κάτω τὰ μυστήρια, ἄλλοι Κάτω ἡ ἐξομολόγησις, κ.τ.λ.. Ὅλα τὰ σημεῖα τῆς ὀρ θοδόξου πίστεως τὰ προσβάλλουν. Αὐτοὶ εἶνε οἱ αἱρετικοί. Εἶνε τόσο σοβαρό, θὰ ρωτήσετε, ν᾽ ἀλλάξῃ κάτι ἀπὸ τὴ διδασκαλία μας; Βεβαίως. Εἶνε ἐπικίνδυνο, κακό, ὀλέθριο. Γιατὶ ἡ πίστι μας, ἡ Ὀρθόδοξος πίστις, εἶνε σὰν τὴν κόρη τοῦ ματιοῦ· ὅπως τὸ μάτι δὲ δέχεται οὔτε μιὰ τρίχα, ἔτσι καὶ ἡ Ὀρθοδοξία δὲ δέχεται τίποτα ξένο· δὲ δέχεται οὔτε προσθήκη οὔτε ἀφαίρε σι. Εἶνε τέλεια, δὲν ἔχει κενά. Γι᾽ αὐτὸ δὲν ἐπιτρέπεται καμμιά ἀλλοίωσις. Ἡ Καινὴ Διαθήκη λέει, ὅτι δὲν ἀλλάζει οὔτε ἕνα γιῶτα ἀπὸ τὸ θεῖο νόμο, κι ὅποιος τολμήσῃ νὰ προσθέσῃ ἢ νὰ ἀφαιρέσῃ κάτι θὰ τιμωρη θῇ αὐστηρά ( Ματθ. 5, 18. Ἀπ. 22, 18- 19).
Ξέρετε λοιπὸν πῶς μοιάζουν οἱ αἱρετικοί; Μοιάζουν μ᾽ ἐκείνους ποὺ μέσα στὸ ἁγνὸ γάλα ῥίχνουν νερὸ καὶ τὸ ἀραιώνουν· μοιάζουν μ᾽ ἐκείνους ποὺ νερώνουν τὸ κρασὶ καὶ τὸ νοθεύουν· μοιάζουν σὰν ἐκείνους ποὺ ἀναμειγνύουν τὸ καθαρὸ χρυσάφι μὲ μπροῦντζο.
Αὐτοὶ εἶνε οἱ παραχαράκτες τῆς ἀληθείας. Πάντοτε ὑπῆρχαν αἱρετικοί, ἀπὸ τὶς πρῶ τες κιόλας ἡμέρες τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλὰ στὶς ἡμέρες μας πληθύνθηκαν· εἶνε κι αὐτὸ ση μεῖο τῶν καιρῶν( βλ. Β΄ Τι μ. 4, 3- 4). Ἔγιναν σὰν τὶς ἀκρίδες, ποὺ πέφτουν στὸ περιβόλι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας νὰ τὸ ρημάξουν. Εἶνε πλῆθος· ποῦ νὰ τοὺς ἀναφέρουμε ὅλους; εἶνε παπικοί, οὐνῖτες, προτεστάντες, εὐαγγελικοί, διαμαρτυρόμενοι, σαββατισταί, πεντηκοστιανοί, ὀπαδοὶ τοῦ τετραγώνου εὐαγγελίου, χιλι ασταὶ ἢ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ… Μᾶς ἔρχονται ἀπὸ τὴ Δύσι, ἰδίως ἀπὸ τὴν Ἀμερική. Εἰσβάλλουν ἐδῶ καὶ ἁλωνίζουν, γιατὶ δυστυχῶς ἡ πατρίδα μας ἔγινε ἕνα ξέφραγο ἀμπέλι. Χρέος ὅλων μας εἶνε νὰ ἔ χουμε τὰ μάτια συνεχῶς ἀνοιχτά, νὰ προσέχουμε τὶς κινήσεις τους, νὰ φυλαγώμαστε ἀ πὸ τὴν ἐπιρροή τους, ν᾽ ἀποφεύγουμε σχέσεις καὶ ἐπαφὲς μαζί τους.
Ἐὰν ὑπάρχῃ κάτι, ἀγαπητοί μου, γιὰ τὸ ὁποῖο ἀξίζει ἐμεῖς νὰ καυχώμεθα ἐν Κυρίῳ, αὐτὸ εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ Ἐκκλησία μας. Αὐτὴ εἶνε τὸ στήριγμά μας. Αὐτὴ στὰ χρόνια τῆς σκλαβιᾶς ἐσπόγγισε τὰ δάκρυά μας, αὐτὴ στάθηκε στὸ πλευρὸ ὅλων τῶν σκλαβωμένων Ἑλλήνων. Αὐτὴ ἄνοιξε σχολεῖα καὶ μοναστήρια - καταφύγια. Αὐτὴ γέννησε ἥρωες καὶ μάρτυρες.
῾Ρίξτε μιὰ ματιὰ στὰ χρόνια ἐκεῖνα· ποιός στάθηκε κοντὰ στὸ ραγιᾶ; Θυμηθῆτε καὶ τὸ 1922, ὅταν καιγόταν ἡ Σμύρνη· οἱ πάντες ἔφευγαν νὰ σωθοῦν, μόνο ἕνας ἔμεινε νὰ ὑπερασπίσῃ τὸ πλήρωμα, ὁ ῥασοφόρος, ὁ ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης· αὐτὸς ἔμεινε μὲ τὸ ποίμνιό του. Ἡ Ἐκκλησία λοιπὸν εἶνε ἡ μάνα καὶ ἡ τροφός μας, ὁ προστάτης ἄγγελός μας. Ἐὰν δὲν ἦταν ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, θὰ φορούσαμε ἀκόμα φέσια, πάνω στὴν Ἀκρόπολι θὰ κυμάτιζαν ἄλλες σημαῖες, θὰ μιλούσαμε ἄλλη γλῶσσα, θά ᾽χαμε ἄλλα ἤθη καὶ ἔθιμα.
Ἡ Ὀρθοδοξία εἶνε ἡ γλυκειὰ μάνα μας, ποὺ χύνει στὴν καρδιά μας χίλιες χρυσὲς ἐλπίδες, κατὰ τὸν ποιητή· εἶνε ἡ ῥίζα, ἡ καταφυγή, ἡ κιβωτός, τὸ πᾶν γιὰ μᾶς τοὺς Ἕλληνες. Γι᾽ αὐτὸ νὰ τὴν ἀγαπήσουμε. Μακριὰ ἀπὸ ἀπίστους καὶ ἀθέους· νὰ κλείσουμε τὰ αὐ τιά μας μὲ βουλοκέρι, νὰ μὴν ἀκοῦμε τὶς σειρῆνες.
Μακριὰ ἀπὸ μασόνους, πνευματιστάς, παπικούς, προτεστάν τες…· αὐτοὶ εἶνε «λύκοι βαρεῖς». Νὰ κρατήσουμε τὴν πίστι μας καὶ νὰ τὴν ὑπερασπίζουμε. Ὄχι μόνο μὲ λόγια ἀλλὰ πρὸ παντὸς μὲ τὴ ζωή μας. Αὐτὸ ἀκριβῶς τονίζει ὁ ἀ πόστολος Παῦλος σήμερα. Δὲν ἀρκεῖ μόνο νὰ πιστεύουμε· πρέπει, κοντὰ στὴν ὀρθὴ πίστι, τὴν Ὀρθοδοξία, νὰ ἔχουμε καὶ τὴνὀρθοπραξία, τὰ «καλὰ τὰ ἔργα»( Τί τ. 3, 8). Ὅπως τὸ πουλὶ δὲν πετάει μὲ μιὰ φτερούγα, ἔτσι καὶ ὁ πιστὸς χρειάζεται καὶ τὰ δύο, ὀρθὴ πίστι καὶ καλὰ ἔργα.
Νὰ πιστεύουμε στὸ Θεό, στὴν ἁγία Τριάδα, στὸ Χριστό, στὶς ἅγιες εἰκόνες, στὶς ἱερὲς παραδόσεις, στὰ τίμια λείψανα. Ἀλλὰ κοντὰ σ᾽ αὐτὴ τὴν πίστι νὰ ἔχουμε καὶ τὰ «καλὰ ἔργα».
Δυστυχῶς, ἐπειδὴ δὲν ἔχουμε ἔργα, γι᾽ αὐτὸ μᾶς νικοῦν οἱ διάφοροι αἱρετικοί. Ἐὰν ἤμασταν ὅλοισυνεπεῖς ὀρθόδοξοι, τότε στὸν τόπο μας δὲν θὰ ἔπιανε καμμιά αἵρεσι, ὅπως στὸ καθαρὸ χωράφι δὲ φυτρώνουν ζιζάνια.
Νὰ δουλέψουμε καὶ νὰ καλλιεργήσουμε τὸ χωράφι μας, καὶ τότε ἡ πατρίδα μας θὰ γίνῃ περιβόλι τοῦ Χριστοῦ μας, χωρὶς πέτρες καὶ ἀγκάθια. Ἂς δείξουμε τὴν ἀγάπη στὸ Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία του μὲ τοὺς λόγους μας, μὲ τὰ ἔργα μας, κι ἂν χρειαστῇ, ἀδέρφια μου, καὶ μὲ τὸ αἷμα μας! νὰ μαρτυρήσουμε καὶ μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους πατέρες καὶ τοὺς μάρτυρες νὰ φωνάξουμε κ᾽ ἐμεῖς· «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» ( Αμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἱ. ναὸ πιθανῶς τῆς ἱ. μητροπόλεως Φλωρίνης μὲ ἄγνωστο τίτλο καὶ ἄδηλο χρόνο

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΠΟΥ ΒΙΩΝΟΥΜΕ



undefined


Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος ευρισκομένη σε Συνεδρία κατά την ετήσια συνέλευση Αυτής από 4 έως 7 Οκτωβρίου ε.ε., απεφάσισεν ομοφώνως να απευθυνθή προς το Ποίμνιο Αυτής, με αποκλειστικό θέμα την οξύτατη οικονομική κρίση που ξέσπασε στην Πατρίδα μας, με αβάσταχτες και δυσμενέστατες συνθήκες για τον λαό και την αξιοπρέπειά μας, ως Γένους στην κονίστρα των λαών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

Πριν από οποιαδήποτε λεκτική διατύπωση επικοινωνίας μαζί σας και αναφοράς στο επίμαχο αυτό θέμα, θέλουμε να σας διαβεβαιώσουμε μέσα από τα βάθη της καρδιάς μας, ότι όλοι εμείς οι Επίσκοποι και πνευματικοί Ποιμένες της Εκκλησίας της Ελλάδος, οι Πατέρες και Αδελφοί σας, μετά των συλλειτουργών και συνεργατών μας Ιερέων από άκρου εις άκρον της Πατρίδος μας, προσευχόμεθα αδιαλείπτως προς τον Τριαδικόν Θεόν, την Παναγία πανάχραντον Μητέρα του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού και τους προστάτες Αγίους μας, για να επιβλέψουν επί την ταπείνωσή μας και να μας εξαγάγουν από την δεινή αυτή περιπέτεια στα δύσβατα μονοπάτια και τα ελώδη θολά νερά της ανελπίστου αυτής πραγματικότητος. 

Αδέλφια μας και παιδιά μας.
Τούτη την ώρα της σκληρής δοκιμασίας μας, των αμφιβολιών και των απογοητεύσεων, των φημών και των εικασιών για το πιθανό ζοφερό μέλλον της Πατρίδος μας και για τις δυσάρεστες συνέπειες από την αφαίρεση ατομικών δικαιωμάτων μας, σας προτρέπουμε και σας παρακαλούμε να ακούσετε ουσιαστικές αλήθειες, οι οποίες αναφέρονται στην προβληματική της παρούσας εφιαλτικής όντως καταστάσεως, που κατά γενική εκτίμηση δεν είναι μόνον οικονομική, αλλά και βαθύτατα ηθική και πνευματική, αφού η κυριαρχία της αμαρτίας, χωρίς μετάνοια, είναι η αιτία παντός κακού σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία και εποχή.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, διαχρονικά, και αναλόγως προς τις ανάγκες κάθε εποχής, συμπαρίσταται στους αδυνάτους και στους ενδεείς και παρηγορεί τους πονεμένους με έμπρακτες ενέργειες συναντιλήψεως και αγάπης εν Χριστώ. 

Έτσι και τώρα η Εκκλησία μας συμπαρίσταται και θα συνεχίση να βοηθή όσον δύναται, με τα μέσα που διαθέτει, όσους πλήττονται καίρια από την λαίλαπα της οικονομικής κρίσεως. Και βεβαίως τα εκκλησιαστικά ιδρύματα, τα εξατομικευμένα βοηθήματα, τα εξειδικευμένα κέντρα προνοίας και τα συσσίτια με τις χιλιάδες μερίδες φαγητού στους απόρους, χωρίς φυλετικές η θρησκευτικές διακρίσεις, συνεχίζονται. Η Εκκλησία όμως σεβόμενη την αξιοπρέπεια και την προσωπικότητα των εμπεριστάτων αδελφών μας ουδέποτε επεδίωξε τον σχολαστικό προσδιορισμό του ύψους και της έκτασης του προνοιακού, κοινωνικού και φιλανθρωπικού έργου Της, παρά τις κατά καιρούς προκλήσεις και αμφισβητήσεις, από μέρους ιδιοτελών κέντρων παραπληροφόρησης.

Δεν αγνούμε και δεν παραβλέπουμε σε καμμιά περίπτωση την σκληρή πραγματικότητα για τους χαμηλομίσθους, τους χαμηλοσυνταξιούχους, τους ανέργους και τους απολυθέντες από τις δουλειές τους, τους αγανακτισμένους και τους δοκιμαζόμενους αδελφούς μας, γι’ αυτό και τους συμπαραστεκόμεθα χωρίς καμία ιδιοτέλεια η αλλότριες επιδιώξεις.

Φθάνουν πια οι επιβαρύνσεις στους αδελφούς μας που έχουν χαμηλό εισόδημα και χαμηλή σύνταξη.

Φθάνουν πια οι φόροι και οι περικοπές των χαμηλών εισοδημάτων.

Φθάνουν πια οι στρατιές των ανέργων.

Αναζητήστε τους φοροδιαφυγάδες και ελέγξτε το κεφάλαιο.

Σε πολλές τοπικές κοινωνίες η προσφορά της Εκκλησίας στο επίπεδο της πρόνοιας και της κοινωνικής μέριμνας αντικαθιστά απόλυτα και αυτό το Κράτος, στο οποίο ο Έλληνας πολίτης καταθέτει τη φορολογία του και τις ασφαλιστικές εισφορές του.

Αν και δεν κρίνουμε σκόπιμο στην παρούσα συγκυρία να καταθέσουμε απολογιστικές θέσεις για τη διαχρονική προσφορά προς το λαό και το ποίμνιο της Εκκλησίας, εν τούτοις το συνεχές παραλήρημα της άγνοιας η της μυθοπλασίας σχετικά με τον αμύθητο πλούτο της ακίνητης περιουσίας Της, «τον οποίο θα πρέπει να μοιράσει στο λαό», μας οδηγεί να δηλώσουμε ότι η Εκκλησία θα δώσει ο,τι της απέμεινε όμως όταν Αυτή κρίνει χρονικά και με τον τρόπο που Αυτή γνωρίζει.

Αυτό το οποίο πρέπει να διατηρήσουμε είναι η ενότητα και η ομοψυχία μας, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τα δεινά της κρίσης, και συγχρόνως να αναζητήσουμε πρότυπα επιβίωσης μέσα από μία διαδικασία ανθρωπίνων σχέσεων αλληλεγγύης και αλληλοβοηθείας, η οποία αποτελεί και τον κατ’ εξοχήν τρόπο ύπαρξης και ζωής. Συγχρόνως να επαναπροσδιορίσουμε τον στόχο και τον σκοπό της ζωής. Να αλλάξουμε τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς και να επανέλθουμε στις διαχρονικές και πατρογονικές μας ρίζες από τις οποίες θα αντλήσουμε πρότυπα ζωής και κοινωνίας.

Η υπέρβαση των εγωισμών μας, η αποδοχή του συνανθρώπου μας, η προσφορά μας προς αυτόν, ο σεβασμός μας προς την ιδιοπροσωπία του, η καταλλαγή και η συμβίωση όλων μαζί, σηματοδοτούν το νέο μοντέλο κοινωνίας, το οποίο ο Χριστός ευαγγελίζεται και η Εκκλησία προβάλλει, μέσα στη σκληρή σημερινή και απάνθρωπη κοσμική πραγματικότητα. Ας μην ξεχνάμε τον αγιογραφικό λόγο «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε» (Γαλ. Στ , 2).

Πρέπει να ομολογήσουμε όλοι, ότι ενεπλάκημεν στα πλοκάμια της σύγχρονης καταναλωτικής κοινωνίας, ότι παραμερίσαμε τον Θεό και τις ευαγγελικές διδαχές Του, ότι εμπιστευθήκαμε τους εαυτούς μας ανεπιφύλακτα σε όλους τους διαχειριστές των καρπών και των μόχθων του ελληνικού λαού και οι οποίοι επειδή είχαν τις δικές τους υστεροβουλίες δεν απεδείχθησαν δίκαιοι και ειλικρινείς.

Αδέλφια μας και παιδιά μας, η Εκκλησία ως Μητέρα δεν πρόκειται ποτέ να σας απογοητεύσει και να σας εγκαταλείψει. Αγρυπνεί. Συνεχώς θα προσφέρει και θα προσφέρεται έμπρακτα, εστω και αν την αμφισβητούν. Σταθείτε κοντά Της, στηριχθείτε σε Αυτήν. Κλείστε τα αυτιά σας στις σειρήνες των σκοπιμοτήτων και ακούστε το μήνυμα της ελπίδας και της προσδοκίας που σας απευθύνει για ένα καλύτερο αύριο, περισσότερο ανθρώπινο και κοινωνικό. 

Το λοιπόν αδελφοί, «Χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλείσθε, ειρηνεύετε, το αυτό φρονήτε και ο Θεός της αγάπης και της ειρήνης έσται μεθ’ υμών. Αμήν».



Εκ της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011

Κυριακὴ ιζ΄ (Β' Κορινθ. στ' 16, ζ' 1)

Διονύσιος Ψαριανός (Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης (+))


25 Σεπτεμβρίου 1966



Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,

Γνώρισμα καὶ χρέος τῶν χριστιανῶν εἶναι ἡ ἁγιοσύνη. Χριστιανὸς θὰ πῆ ἄνθρωπος ἅγιος. Καὶ ἅγιος θὰ πῆ ἁγνός, καθαρός, εἰλικρινὴς καὶ φωτεινὸς στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή, δηλαδὴ στὰ φρονήματα καὶ τὰ αἰσθήματά του, στὰ λόγια καὶ τὶς πράξεις του, στὶς ἐπιθυμίες καὶ τοὺς πόθους του, στὶς ἀναστροφὲς καὶ τὶς σχέσεις του. Ὁ χριστιανός, κάθε ἡμέρα ποὺ λέγει τὸ «Πάτερ ἡμῶν...», θυμᾶται τὸ χρέος του νὰ εἶναι ἅγιος· γιατί ὅποιος θέλει νὰ εἶναι παιδὶ τοῦ Θεοῦ δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶ πὼς ὁ Θεὸς δὲν ξέρει γιὰ παιδιὰ του ἐκείνους ποὺ ἀμετανόητα ἁμαρταίνουν. Ἂς ἀκούσουμε τώρα στὸ σημερινὸ Ἀνάγνωσμα πῶς ὁ Ἀπόστολος ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἁγιωσύνη τῶν χριστιανῶν, σύμφωνα μὲ τὶς ἐπαγγελίες τοῦ Θεοῦ.

Ἀδελφοί, ἐσεῖς εἴσαστε ναὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ ζῆ στοὺς αἰώνας, καθὼς τὸ εἶπεν ὁ Θεός, ὅτι δηλαδὴ θὰ κατοικήσω ἀνάμεσα σ' αὐτοὺς καὶ θὰ περπατήσω μαζί τους καὶ θὰ εἶμαι Θεός τους κι αὐτοὶ θὰ εἶναι λαός μου. Γι' αὐτὸ λέγει ὁ Κύριος· βγῆτε ἀπὸ μεταξύ τους καὶ ξεχωρίστε τὸν ἑαυτό σας καὶ μὴν πλησιάζετε στὴν ἁμαρτία κι ἐγὼ θὰ σᾶς δεχτῶ κοντὰ μου· καί, ὅπως πάλι λέγει ὁ παντοκράτορας Κύριος, θὰ εἶμαι σὲ σᾶς γιὰ πατέρας καὶ σεῖς θὰ εἴσασθε σὲ μένα γιὰ παιδιὰ καὶ θυγατέρες. Ἔχοντας λοιπὸν ἐτοῦτες τὶς ὑποσχέσεις, ἀγαπητοί, ἂς καθαρίσουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ κάθε σαρκικὸ καὶ πνευματικὸ μολυσμὸ κι ἂς γινώμαστε ὅλο καὶ πιὸ ἅγιοι μὲ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τιμᾶ τοὺς Ἁγίους, ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ διακρίθηκαν γιὰ τὴν πίστη καὶ γιὰ τὴν καθαρότητα τοῦ βίου των. Κάθε χρόνο ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὶς μνῆμες τῶν Ἁγίων, ἐπικαλεῖται τὶς εὐχὲς καὶ τὴν πρεσβεία τους κοντὰ στὸ Θεὸ καὶ τοὺς παρουσιάζει ἐμπρὸς στὰ μάτια μας γιὰ ζωντανὰ παραδείγματα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς. Οἱ ἑορτὲς καὶ οἱ μνῆμες τῶν Ἁγίων εἶναι σὲ μᾶς οἱ ἄριστες εὐκαιρίες, γιὰ νὰ καταλάβουμε τὴ συνέχεια καὶ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ἐδῶ καὶ στοὺς οὐρανούς, στὰ περασμένα χρόνια καὶ στὰ τωρινά, καὶ γιὰ νὰ μαθητέψουμε στὸ σχολεῖο τῆς ἔμπρακτης ἐφαρμογῆς τῶν διδαγμάτων τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ βίος καὶ ἡ πείρα τῶν Ἁγίων εἶναι ὁ ὁδηγός μας γιὰ νὰ γινώμαστε κι ἐμεῖς ἅγιοι καὶ συγχρόνως εἶναι ἡ βεβαίωση πὼς τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶναι ἀνεφάρμοστο κι ἡ ἁγιωσύνη δὲν εἶναι ἀκατόρθωτη. Οἱ Ἅγιοι, ποὺ τοὺς τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία, εἶναι πολὺ περισσότερο ἀπὸ ἁπλὰ παραδείγματα γιὰ νὰ τὰ μιμηθοῦμε· εἶναι, ὅπως τὸ γράφει ὁ Ἀπόστολος σήμερα, ναοὶ «Θεοῦ ζῶντος»· καί, καθὼς τὸ διδάσκει ὁ Μέγας Βασίλειος, οἱ Ἅγιοι εἶναι «εἰκόνες ἔμψυχοι» τοῦ Θεοῦ. Κι ἂν θὲς νὰ δῆς τί εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέγει ἡ θεία Γραφή, πὼς ὁ ἄνθρωπος δηλαδὴ πλάσθηκε «κατ' εἰκόνα καὶ καθ' ὁμοίωσιν Θεοῦ», τὸ βλέπεις λοιπὸν στοὺς Ἁγίους της Ἐκκλησίας.

Ὅμως, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία μᾶς φέρνει κοντά μας τοὺς Ἁγίους, ἀφιερώνοντας τὴν κάθε ἡμέρά τοῦ χρόνου στὴ μνήμη τους, γιὰ νὰ ἁγιάση τὸ βίο μας καὶ γιὰ νὰ μᾶς θυμίση τὸ χρέος μας, ἐμεῖς μένουμε μᾶλλον μὲ τὴν ἐντύπωση πὼς ἡ ἁγιωσύνη τώρα εἶναι πολὺ μακρυὰ ἀπό μᾶς, πὼς εἶναι κατόρθωμα τοῦ παλιοῦ καιροῦ, πὼς ἔκλεισε πιὰ ὁ ἀριθμὸς τῶν Ἁγίων μὲ ὅσους ἐμαρτύρησαν καὶ μὲ ὅσους ἀσκήτεψαν στὰ περασμένα χρόνια. Ἔτσι ἡ ἁγιωσύνη στὸ λογισμὸ μας εἶναι σὰν ἐκεῖνα τὰ παληὰ ἀντικείμενα, ποὺ τὰ βλέπουμε, τὰ μελετοῦμε ἤ καὶ τὰ θαυμάζουμε στὰ διάφορα μουσεῖα. Μὰ ἡ ἁγιωσύνη, χριστιανοί μου, δὲν εἶναι κειμήλιο στὸ μουσεῖο· εἶναι τὸ «σήμερα» στὴν Ἐκκλησία, εἶναι τὸ γνώρισμα καὶ τὸ χρέος τῶν πιστῶν πάντα σὲ κάθε ἐποχή· εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ποὺ δὲν εἶναι μόνο «μία», «καθολικὴ» καὶ «ἀποστολική», μὰ εἶναι καὶ «ἁγία». Πιστεύουμε καὶ ὁμολογοῦμε ἁγία τὴν Ἐκκλησία σ' ὅλους τοὺς καιρούς, στοὺς περασμένους καὶ στοὺς τωρινούς· καὶ σ' ὅλους τοὺς τόπους, στὸν οὐρανὸ καὶ στὴ γῆ. Σὲ πειράζει τάχα ποὺ πλεονάζει στὸν κόσμο ἡ ἁμαρτία; Σὲ σκανδαλίζει ποὺ βλέπεις ἐλλείψεις, καὶ μεγάλες ἐλλείψεις, στοὺς πιστοὺς ἤ καὶ στοὺς ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας; Μὴν κρίνεις «κατ' ὄψιν» καὶ μὴ γελιέσαι· εἶναι καὶ σήμερα μεταξὺ μας πολλοὶ ἅγιοι, κι ἂς μὴν τοὺς βλέπουμε, μάρτυρες καὶ ὅσιοι, ποὺ ἐπιτελοῦν ἁγιωσύνη. Γιατί ἡ ἁγιωσύνη ἐδῶ στὴ γῆ δὲν ὑπάρχει ποτὲ στὴν τέλεια μορφή της, ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχει ὅριο καὶ τέλος στὴν πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ τελείωση τῶν ἁγίων. Τὸ «ἐπιτελοῦντες», ποὺ γράφει ὁ Ἀπόστολος, αὐτὸ θὰ πῆ, νὰ γινώμαστε κάθε μέρα ὅλο καὶ πιὸ ἅγιοι. Ἡ ἁγιωσύνη δὲν ἔχει τέλος καὶ τέρμα, εἶναι πορεία τελειώσεως· ἡ πορεία τῶν ἁμαρτωλῶν στὸ δρόμο τῆς σωτηρίας. Γι' αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας, ὅταν ἑορτάζη μνήμη ἁγίου Μάρτυρος, λέγει· «Ξίφει τελειοῦται»· κι ὅταν ἑορτάζη μνήμη ὁσίου Ἀσκητοῦ, λέγει· «Ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται». Αὐτὸ τὸ «τελειοῦται» δὲν θέλει νὰ πῆ πὼς ὁ Ἅγιος ἔφθασε στὸ τέλος τοῦ βίου του, ἀλλὰ πὼς πῆρε τὸ βαθμὸ τῆς τελειώσεώς του στὴν πορεία τῆς πνευματικῆς καὶ ἠθικῆς του ζωῆς.

Ἀλλὰ ὁ Ἀπόστολος, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, στὸ «ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην» προσθέτει τὸ «ἐν φόβῳ Θεοῦ». Τὸ ἴδιο πράγμα γράφει σὲ μιά του ἐπιστολὴ ὁ ἀπόστολος Πέτρος, λέγοντας· «ἐν φόβῳ τὸν τῆς παροικίας ὑμῶν χρόνον ἀναστράφητε»· δηλαδή, νὰ περάσετε τὸν χρόνο τῆς ἐδῶ ζωῆς σας μὲ φόβο. Αὐτὰ θέλουνε νὰ ποῦνε πὼς ἡ ἁγιωσύνη δὲν κατορθώνεται παρὰ μὲ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Γιατί καὶ ἡ ἁμαρτία, δηλαδὴ τὸ ἀντίθετο ἀπὸ τὴν ἁγιωσύνη, ὅπως διδάσκει κάπου ὁ Μέγας Βασίλειος, «κατ' ἀπουσίαν τοῦ θείου φόβου γίνεται». Ὅταν λείψη ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, τότε μήτε ἁγιωσύνη μήτε ἀρετὴ στέκει, καὶ οἱ ἄνθρωποι ἀδίσταχτοι δὲν ξέρουνε καὶ δὲν ἔχουνε ὅριο στὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες τους καὶ φραγμὸ στὶς ἐγκληματικές τους πράξεις. Γι' αὐτὸ πάλι ἡ θεία Γραφὴ λέγει πὼς «ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου»· ἀρχὴ καὶ βάση τῆς εὐσέβειας καὶ τῆς ἀρετῆς, δηλαδὴ τῆς ἁγιωσύνης, εἶναι ὁ φόβος τοῦ Κυρίου. Γνώρισμα τῶν Ἁγίων εἶναι ὅτι φοβοῦνται· ὅλοι οἱ Ἅγιοι ἔχουν μέσα τους ριζωμένο τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Ὁ φόβος βέβαια δὲν εἶναι εὐγενικὸ συναίσθημα, παρεκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ γλυτώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ κάθε ἄλλο φόβο, ὅποιος δηλαδὴ φοβᾶται τὸ Θεὸ δὲν ἔχει νὰ φοβηθῆ τίποτ' ἄλλο. Συμβαίνει ὅμως νὰ μὴ φοβοῦνται οἱ ἄνθρωποι τὸ Θεὸ καὶ γι' αὐτὸ εἶναι κυριευμένοι ἀπὸ πολλοὺς ἄλλους φόβους. Οἱ φόβοι αὐτοὶ δὲν εἶναι οἱ φόβοι τῆς ἁγιωσύνης, εἶναι οἱ φόβοι τῆς ἁμαρτίας. Ὁ φόβος τῆς ἁγιωσύνης προηγεῖται καὶ μᾶς συγκρατεῖ, γιὰ νὰ μὴν πέσουμε καὶ νὰ μὴν ἁμαρτήσουμε· ὁ φόβος τῆς ἁμαρτίας ἀκολουθεῖ, ἔρχεται ὕστερα ἀπὸ τὴν παράβαση τοῦ θείου νόμου, εἶναι ἔλεγχος καὶ συναίσθημα ἐνοχῆς καὶ προσμονὴ τῆς δίκαιης τιμωρίας ποὺ ἔρχεται. Ὁ φόβος γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, «κόλασιν ἔχει»· πρόκειται γιὰ τὸ φόβο τῆς ἁμαρτίας, φοβόμαστε δηλαδὴ τὴ δίκαιη τιμωρία ποὺ μᾶς περιμένει, φοβόμαστε καὶ ντρεπόμαστε ἀκριβῶς ὅπως οἱ Πρωτόπλαστοι στὸν Παράδεισο μετὰ τὴν παρακοή. Τέλος πάντων εἶναι κι αὐτὸς ὁ φόβος ὠφέλιμος, γιατί μπορεῖ νὰ ὁδήγηση στὴ μετάνοια. Μὰ τί νὰ πῆς γιὰ κείνους, ποὺ ξεπέρασαν τὰ ὅρια τοῦ φόβου; Γιὰ κείνους ποὺ μήτε πρῶτα μήτε ὕστερα φοβοῦνται; Αὐτοὶ πιὰ εἶναι πωρωμένοι ἄνθρωποι, ἔγινε πέτρα ἡ καρδιά τους. Ἄλλοι ὅμως ἀκοῦνε τὸν Εὐαγγελιστὴ ποὺ λέγει ὅτι «φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ» καὶ ὅτι «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον», ὅτι δηλαδὴ ὁποῖος ἀγαπᾶ δὲν φοβᾶται, γιατί ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη διώχνει τὸ φόβο, ἀκοῦνε λοιπὸν τὸν Εὐαγγελιστὴ νὰ λέγη ἐτοῦτα τὰ λόγια καὶ θαρροῦνε πὼς μποροῦνε νὰ πετάξουνε τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ ἔχουνε τάχα τὴν ἀγάπη. Μὰ κανένας, χριστιανοί μου, δὲν φθάνει στὴν ἀγάπη, ἂν δὲν ξεκινήση ἀπὸ τὸ φόβο· ὄχι τὸν κάθε φόβο, μὰ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἁγιωσύνη, ἡ ἀρετὴ δηλαδὴ τῶν Ἁγίων· μὰ κανένας δὲν προάγεται σὲ ἁγιωσύνη καὶ δὲν φθάνει στὴν τέλεια ἀγάπη, ἂν δὲν ἔχη μέσα του τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Τὸ λέγει καθαρὰ ὁ Ἀπόστολος καὶ δὲν χωρεῖ ἀντιλογία· «ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ».



Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,

Ἡ ἁγιωσύνη δὲν εἶναι μόνο ἀνθρώπινο κατόρθωμα· εἶναι καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ τὸν παράγει τὸ δένδρο τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ, ριζωμένο στὸν ἀγρὸ τῆς πίστεως. Ἐσὺ πίστευε κι ἔχε φόβο Θεοῦ κι ὁ Θεὸς θὰ σοῦ δώση τὴ δύναμη νὰ εἶσαι ἅγιος. Ὅπου δὲν ὑπάρχει φόβος Θεοῦ οἱ ἄνθρωποι δὲν ἐπιτελοῦν ἁγιωσύνη, δὲν προάγονται στὴν ἀρετή, δὲν ἀνεβαίνουν ἕνα ἕνα τὰ σκαλοπάτια τῆς τελειώσεώς των. Ἀντίθετα δικαιολογοῦνε τὴν ἁμαρτία γιὰ φυσικὸ πράγμα κι ἀντὶ νὰ ἀνεβαίνουν καὶ νὰ γίνονται ὅλο καὶ πιὸ ἅγιοι, πέφτουν καὶ κάθε μέρα καταντοῦνε ὅλο καὶ πιὸ ἁμαρτωλοί. Μὴν ἔχοντας μέσα τους τὸ θεῖο φόβο, μένουνε ἀμετανόητοι, καὶ μένοντας ἀμετανόητοι, δὲν ἔχουνε τὴ θεία χάρη· ἡ ἀμετανοησία κλείνει τὴ θύρα τῆς θείας χάριτος. Ἡ ἁγιωσύνη εἶναι σωτηρία γιατί κανένας δὲν σώζεται, ἂν δὲν εἶναι ἅγιος. Ἂς ἔχουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς φόβο Θεοῦ, γιὰ νὰ ἐπιτελοῦμε ἁγιωσύνη, γιὰ νὰ βροῦμε σωτηρία μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους. Ἀμήν.

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

Ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Χριστοῦ

Ἰωὴλ Φραγκάκος (Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας)



«Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ’αὐτῇ»

Ὅπως οἱ διδάσκαλοι τῶν μικρῶν παιδιῶν τὰ μορφώνουν μὲ σύστημα, δηλαδὴ προσπαθοῦν νὰ μάθουν τοὺς μαθητὲς τὸ ἀντικείμενο τῆς γνώσεως ἀρχίζοντας ἀπ’ τὰ πιὸ μικρὰ καὶ προχωρώντας στὰ πιὸ μεγάλα, ἔτσι καὶ ὁ Κύριος ἔκανε μὲ τοὺς μαθητές Του. Πρῶτα πρῶτα ἐνώπιόν τους θεράπευσε ἁπλὲς ἀσθένειες, μετὰ ἔβγαλε δαιμόνια ἀπὸ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, μετὰ ἄνοιξε τὰ μάτια τυφλῶν, ὕστερα χάρισε τὴν ὑγεία αὐτῶν ποὺ εἶχαν πλησιάσει τὸ θάνατο καὶ στὸ τέλος ἔκανε τὶς ἀναστάσεις, ὅπως π.χ. τῆς θυγατέρας τοῦ Ἰαείρου ἢ τοῦ παιδιοῦ τῆς χήρας τῆς Ναΐν ποὺ περιγράφεται στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα. Ὁ Κύριος ἀνέστησε τοὺς νεκρούς, προκειμένου νὰ «προοδοποιήσῃ», δηλαδὴ νὰ προετοιμάσει τὸ δρόμο γιὰ τὴ διδασκαλία τῆς ἀναστάσεως τῆς δικῆς Του καὶ γενικὰ τῶν νεκρῶν, τονίζει ὁ Θεοφάνης ὁ Κεραμεύς. «Ἄς δοῦμε μερικὲς πτυχὲς τοῦ θαύματος τῆς ἀναστάσεως τοῦ υἱοῦ τῆς χήρας γυναικός».



Ἡ εὐσπλαχνία καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ

Ἐὰν παρατηρήσουμε τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, θὰ δοῦμε πὼς στὸ πένθος τῆς χήρας γυναικὸς συμμετεῖχε ὅλη ἡ πόλη· «καὶ ὄχλος ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ» (Λουκ. 7,12). Συναλγοῦσαν μαζί της, γράφει ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνός, γιατί δὲν ἔχασε μόνον τὸν ἄνδρα της, ἀλλὰ κηδεύει τώρα καὶ τὸ γιό της «καὶ τοῦτον μονογενῆ». Ἐὰν ὁ κόσμος συναλγοῦσε μαζί της καὶ τὴν ἐλεοῦσε μὲ τὴν παρουσία τόσων ἀνθρώπων, «πολλῷ μᾶλλον αὐτός, ἡ τοῦ ἐλέους πηγή», πολὺ περισσότερο ἔδειξε τὴν ἀγάπη Του ἡ πηγὴ τοῦ ἐλέους καὶ τῆς ἀγαθότητας ποὺ εἶναι ὁ Κύριος. Τὴν εὐσπλαχνία Του πρὸς τὴ δυστυχισμένη ἐκείνη γυναίκα τὴ δείχνει μὲ πολλοὺς τρόπους ὁ Χριστός. Δὲ ζήτησε ἀπ’αὐτὴν νὰ ἐκδηλώσει τὴν πίστη της πρὸς τὸ σεπτὸ πρόσωπό Του, οὔτε διαπραγματεύτηκε μαζί της τίποτε, οὔτε κἄν προσευχήθηκε, ἀλλὰ μὲ τὸ πρόσταγμά του ἀνέστησε τὸ νεαρὸ παιδὶ τῆς χήρας.

Ὁ Κύριος ἦλθε αὐτόκλητος «ἐπὶ τὸ μέγα τοῦτο θαῦμα τῆς ἀναστάσεως», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὄχι μόνο γιὰ νὰ δείξει τὴ ζωοποιό Του δύναμη, ἀλλὰ «καὶ τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν εὐσπλαγχίαν ἀσύγκριτον ἔχων», δηλαδὴ γιὰ νὰ φανερώσει καὶ τὴν ἀσύγκριτη καὶ μοναδική Του ἀγαθότητα καὶ εὐσπλαχνία. Ὁ Κύριος, ποὺ ἀπέναντι στὸ θάνατο ἦταν περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον ψύχραιμος, σπλαχνίζεται τὴ χήρα.

Τὸ ρῆμα σπλαχνίζομαι σημαίνει βαθύτατη συγκίνηση, καὶ μάλιστα συγκίνηση ποὺ συγκλονίζει τὸ ἐσωτερικὸ κάποιου. Ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς συγκλονίσθηκε ἀπ’ τὸ θέαμα τῆς κηδείας τοῦ νέου. Πόσο παρηγορητικὲς εἶναι οἱ λέξεις ποὺ εἶπε ὁ Χριστός· «μὴ κλαῖε» (Λουκ. 7,13). Ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Κυρίου ἦταν γεμάτος χάρη καὶ δύναμη. Ἡ γυναίκα ἔνιωσε μέσα της παράκληση καὶ δύναμη. Μία σπίθα ἐλπίδας ἄναψε στὴν ψυχή της. Ἦταν ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν καρδιά της. Χαρακτηριστικὴ ἀκόμη εἶναι καὶ ἡ κίνηση ποὺ ἔκανε μετὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ νέου. Τὸν ἔπιασε ἀπὸ τὸ χέρι, γιὰ νὰ δείξει πὼς εἶναι ὁ κυρίαρχος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, καὶ μὲ τρυφερότητα τὸν ἔδωσε «τῇ μητρὶ αὐτοῦ» (ὅπ. π. 7,15). Τὸ ἄγγιγμα τοῦ Κυρίου εἶναι ζωοποιό. Ὁ Θεὸς ἐκδηλώνεται, γράφει ἕνας Ἐπίσκοπος, ὡς παντοδύναμος καὶ ὡς πανάγαθος. Ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ καὶ ἐπειδὴ μπορεῖ, μὲ τὴ δύναμή Του ἐκδηλώνει τὴν ἀγάπη Του. «Ἡ θεϊκὴ δύναμη δὲν εἶναι μιὰ δύναμη αὐτὴ καθ’ αὑτή, ἀλλὰ εἶναι δύναμη τῆς ἀγάπης· ἢ μᾶλλον ἡ ἀγάπη εἶναι δύναμη» (Ἀλ.Σμέμαν). «Ἄλλωστε ἀπὸ ἀγάπη καὶ εὐσπλαχνία πρὸς τὸ ἀνθρώπινο γένος ἔγινε ὁ Θεὸς ἄνθρωπος καὶ σταυρώθηκε. Ἔγινε νεκρὸς γιὰ νὰ ζήσουμε ἐμεῖς.



Τὸ ἄγγιγμα τοῦ Χριστοῦ

Στὸ βιβλίο τῆς «Φιλοκαλίας» ἀναφέρεται ἕνας λόγος κάποιου νηπτικοῦ πατρός. Λέγει, ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος ἔλθει σὲ ἐπαφὴ μαζί μας καὶ μᾶς σπρώξει, τότε θὰ αἰσθανθοῦμε τὴν ὕπαρξή του ἀπ’ τὸ ἄγγιγμα καὶ τὸ σπρώξιμο. «Ἄς σκεφθοῦμε τί γίνεται ὅταν ἔλθουμε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸ Θεό. Ἀσφαλῶς θὰ αἰσθανθοῦμε τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Θὰ νιώσουμε τὴν εὐσπλαχνία Του. Ἡ μετάληψη τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ μᾶς δίνει αὐτὴ τὴ δυνατότητα. Καταλαβαίνουμε τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ μέσα μας. Νιώθουμε τὴν ἕνωσή μας μαζί Του. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας αἰσθανόντουσαν τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα στὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας.

Ἔνιωθαν νὰ ἑνώνεται τὸ αἷμα τους μὲ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Στὴν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος καὶ τῆς δυστυχίας ποὺ ζοῦμε, ἡ μόνη μας ἐλπίδα εἶναι ἡ ἄνευ ἀνταλλαγμάτων ἀγάπη καὶ εὐσπλαχνία τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ νὰ ἐπιδιώξουμε. Νὰ δεχθοῦμε τὴν παρουσία καὶ τὸ ἄγγιγμα τοῦ Κυρίου, ὥστε νὰ ἀποτινάξουμε ἀπὸ πάνω μας τὴν ἀπειλὴ τοῦ θανάτου καὶ νὰ ζήσουμε αἰώνια στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.