Η ΖΩΗ ΧΩΡΙΣ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΤΑΝΤΑ ΒΙΟΣ ΑΒΙΩΤΟΣ
Αποστολικό Ανάγνωσμα Κυριακής
Δ' Ματθαίου
(Ρωμ. ΣΤ΄ 18-23) )
Αποκαλυπτικός
και ξεκάθαρος ο Αποστολικός λόγος για το θέμα της αμαρτίας. Και δεν θα μπορούσε
να συμβαίνει διαφορετικά, αφού οι εντολές του Θεού δεν περιέχουν καμμία
απολύτως ασάφεια.
Δεν
τίθεται θέμα παρανοήσεως. Η αμαρτία είναι δουλεία. Και μάλιστα η χειρότερη
μορφή δουλείας. Αλλά «δια την ασθένειαν της σαρκός ημών», δηλ. των τότε πιστών
της Ρώμης, στην συνέχεια αναφέρεται και ο όρος δουλεία για την «δικαιοσύνη».
Αυτό
σημαίνει ότι οι ίδιοι οι πιστοί, λόγω του ότι ήταν ακόμα αδύνατοι πνευματικώς,
τον Ευαγγελικό τρόπο ζωής, τον ένιωθαν ως κάποια μορφή «δουλείας». Φαινόταν
δηλ. στην αρχή ως δυσκολία, διότι ερχόταν σε άμεση αντίθεση με την σάρκα. Με το
σαρκικό εν γένει φρόνημα, το οποίο αντιστρατεύεται τον νόμο του νοός, «βλέπω δε έτερον νόμον εν τοις μέλεσί μου αντιστρατευόμενον
τον νόμο του νοός μου και αιχμαλωτίζοντά με εν τω νόμω της αμαρτίας τω όντι εν
τοις μέλεσί μου» (Ρωμ. Ζ' 23).
Και ας μη
ξεχνούμε ότι οι πρώτοι Χριστιανοί, πριν γνωρίσουν τον Χριστό και γίνουν
συνειδητά μέλη της Εκκλησίας, ζούσαν τη ζωή της ειδωλολατρείας, με ό,τι αυτό
συνεπάγεται, όπως γράφει σε άλλες περιπτώσεις ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος. Διότι
ναι μεν, συγκαταριθμήθησαν στα μέλη της Εκκλησίας της Ρώμης και πολλοί εξ'
Ιουδαίων Χριστιανοί, οι οποίοι γνώριζαν τα της Παλαιάς Διαθήκης, όπως φαίνεται
από το περιεχόμενο της προς Ρωμαίους Επιστολής, κατά το πλείστον όμως οι πιστοί
της Ρώμης προέρχονταν από τα έθνη. Γι' αυτό και στη συνέχεια τους γράφει ότι
όπως παλαιότερα είχατε υποδουλώσει τα μέλη σας στην ανηθικότητα και στην
παράβαση του νόμου του Θεού, έτσι κι απ' εδώ και πέρα είναι ανάγκη να
«υποδουλώσετε» τα μέλη του σώματός σας στον «αγιασμόν». Στον Ευαγγελικό τρόπο
ζωής, για να αγιασθούν.
Ας δούμε
στη συνέχεια το θέμα μας, «αμαρτία και δουλεία», διότι σε κάθε εποχή, όμως πολύ
περισσότερο στη δική μας, φαίνεται πως ορισμένοι νομίζουν ότι μπορούν να
συνδυάσουν τόσο την «ζωή» της αμαρτίας, όσο και τη ζωή της Χάριτος, δηλ. την
πραγματική ελευθερία.
Άραγε, χρειάζεται ν' αναπτυχθεί εν εκτάσει η μεγάλη
αλήθεια, ότι ο δρόμος της αμαρτίας, οδηγεί στην καταστροφή; Υπάρχει αμφιβολία,
τόσο στους πιστούς, όσο και σ' όσους συνειδητά αρνούνται την ευλογία της
πίστεως ότι «τα οψώνια της αμαρτίας
θάνατος»; (Ρωμ. ΣΤ΄23). Μόνο άνθρωποι που
ζουν εκτός πραγματικότητας μπορούν να ισχυριστούν το όλως αντίθετο. Μια
όμως συνείδηση τόσο διεστραμμένη, που φαντάζεται τη δουλεία της αμαρτίας ως
δήθεν ελευθερία, μια ύπαρξη που αποκηρύσσει την όντως ελευθερία της αρετής και
επιλέγει την μαύρη σκλαβιά των παθών, είναι αδύνατον να εννοήσει τον θεόπνευστο
λόγο. Το μόνο που απομένει είναι, το να γίνεται θερμή προσευχή, μήπως και με
τρόπο που ο ίδιος ο Θεός γνωρίζει, κάποτε η ύπαρξη αυτή, εννοήσει την φρικτή
πραγματικότητα.
Ας
συνεχίσουμε όμως τον λόγο για εκείνους που η καρδιά τους μπορεί να δεχθεί την
αλήθεια και αγωνίζονται μέσα στον κυκεώνα του κόσμου και της αμαρτίας. Για
όσους που εάν πράγματι το θέλουν, μπορούν να νικήσουν τον κακό εαυτό τους και
να γεύονται την χαρά της Χάριτος και την ευλογία του αγώνα κατά των ποικίλων
παθών και αδυναμιών.
Ναι. Ο
κάθε άνθρωπος, κάποια στιγμή της ζωής του θα βρεθεί μπροστά σε ένα σταυροδρόμι.
Κρίσιμο σταυροδρόμι, όπου θα κληθεί να επιλέξει τον ένα απ' τους δύο δρόμους. Ή
τον ευρύχωρο δρόμο της αμαρτίας, ο οποίος δεν χρειάζεται κανέναν απολύτως κόπο,
αφού άλλωστε είναι κατηφορικός (που όμως οδηγεί μετά βεβαιότητος στην
καταστροφή), ή θα επιλέξει συνειδητά τον δύσκολο και ανηφορικό δρόμο της
τελικής νίκης. Μάλλον το κακοτράχαλο μονοπάτι, που φυσικά μπροστά βαδίζει ο
ίδιος ο Κύριος και που μας κρατά από το χέρι, οδηγώντας μας στη Βασιλεία Του!
Ομολογουμένως
η οδός είναι ανηφορική και δύσκολη. Ποιος είπε όμως ότι μέσα στους κόπους και
μέσα στις θυσίες, απουσιάζει η ομορφιά και λείπει η ευτυχία;
Ποιος
υποστήριξε ότι ο Χριστιανισμός δηλαδή η Ορθοδοξία μας είναι άγευστη της χαράς
και ότι ο αγωνιστής μαραζώνει μέσα στον συνειδητό και πολυμέτωπο αγώνα του;
Μόνο άσχετοι με την βιωματική ζωή της θυσίας και της αγιότητας μπορούν να
ισχυριστούν θέσεις που παρουσιάζουν την μυστηριακή ζωή και τον αγώνα της
προσευχής, ως δήθεν στέρηση της χαράς.
Μόνο
άνθρωποι του κόσμου θα υποστηρίξουν ότι ο Χριστιανός μαραζώνει όταν επιλέγει το
να ακολουθεί «τοις ίχνεσιν Αυτού» του Ιησού.
Βεβαίως,
όπως σε όλες τις καταστάσεις δεν μπορούν να συγκρίνονται ανόμοια πράγματα, πολύ
περισσότερο η ζωή του Αγίου Πνεύματος είναι φύσει αδύνατον να συγκριθεί με τον
βίο τον αβίωτο της ζοφερής κοσμικότητας και στη συνέχεια να υπολογίζονται και
να καταμετρούνται τα μεγέθη.
Όπως επί
παραδείγματι, είναι αδύνατον να συγκριθεί η αξία ενός διαμαντιού με την
ποσότητα της λυματολάσπης, ή η αξία και η ομορφιά των κατάλευκων κρίνων με μια
χωματερή.
Και,
μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι και οι Χριστιανοί είναι δούλοι, «δούλοι του
Θεού». Ναι, βεβαίως, είμαστε δούλοι Θεού, με την διαφορά όμως πως όταν κανείς
γίνεται δούλος Θεού, αμέσως μεταβάλλεται σε «απελεύθερο Χριστού». Αντιθέτως,
όταν κανείς γίνεται δούλος της αμαρτίας, αμέσως φορά στο λαιμό του και στα μέλη
του την τριπλή αλυσίδα της σκλαβιάς του κόσμου, του διαβόλου και το χειρότερο
όλων, του κακού εαυτού του, με προοπτικές δυστυχώς, ισοβίου σκλαβιάς και
αιωνίου κολάσεως.
Φίλοι
μου, ας μη μας φαίνεται παράδοξη η πραγματικότητα και ας μη κλείνουμε τα μάτια
μας μπροστά στην αλήθεια.
Ο κάθε
τρόπος ζωής, που είναι βεβαίως θέμα εκουσίου επιλογής, νομοτελειακώς φέρει και
την προοπτική του στον χώρο αυτής της αιωνιότητας. Είτε από θετικής, είτε από
αρνητικής πλευράς.
Ξεκάθαρα
λοιπόν πράγματα. Η δουλεία της αμαρτίας καταλήγει στην καταστροφή των
χαρισμάτων και στον αιώνιο θάνατο. Τον παντοτινό δηλαδή χωρισμό από τον Θεό.
Ενώ η κατά Θεόν «δουλεία», δηλ. η απελευθέρωση της υπάρξεως διά της χάριτος και
μέσω του αγώνα για την κατά Χριστόν αρετή και του προσωπικού αγιασμού, οδηγεί
και καταλήγει και στην χαρά την προσωρινή και πρόσκαιρη, της ζωής αυτής, αλλά
και στη μακαριότητα και ατελεύτητη ευτυχία του ουρανού και της θείας Βασιλείας.
Στην απερίγραπτη και ανέκφραστη χαρά του παραδείσου. Εκεί δηλ. που η αγάπη του
Θεού έχει τοποθετήσει όλους όσους θέλησαν να έρθουν αντιμέτωποι με το ρευστό
και κατάπικρο ως άψινθο (Αποκ. Η' 11), πνεύμα του κόσμου τούτου.
Πόσες
αλήθεια ψυχές, και με πόσα χαρίσματα και κλήσεις, έχασαν το δρόμο τον
ανηφορικό, τον δρόμο των αγίων, διότι έδωσαν βάση στις απάτες και στα ψεύδη του
κόσμου, ότι δηλ. στο δρόμο του Χριστού απουσιάζει η χαρά;
Και πόσοι
μετά τις τραγικές υπαρξιακές περιπλανήσεις τους εδώ κι εκεί, σε στιγμές
ειλικρινείας ομολόγησαν «διψάσαμε το μεσημέρι, μα το νερό γλυφό»; Και πάλι
καλά, έστω και αργά να το παραδεχθεί και να το ομολογήσει κανείς, και έτσι ν'
αρχίσει ένα νέο ξεκίνημα κοντά στον Ελευθερωτή και με τον Ελευθερωτή. Διότι
υπάρχει πάντοτε και ο κίνδυνος, να έρθει απρόσμενα το τέλος της επιγείου ζωής,
και η απελπισμένη καρδιά, σπαρακτικά να ψελίζει το στίχο του τραγικού ποιητή
«Μη ζητάς να μ' αναστήσεις, δεν μπορώ»...
Το δε
πλέον τραγικό είναι ότι την φρικτή αυτή φράση τη διατυπώνουν ως «κύκνειον άσμα»
άνθρωποι οι οποίοι, ξεγελάστηκαν και νόμισαν
ότι στην πορεία της ζωής του θα συνδυάσουν τα άκρως αντίθετα. Την ζωή του
Χριστού με την κατάρα της αμαρτίας...
Αδελφοί μου, το ότι η αγάπη του Θεού μας αξιώνει να ζούμε
μέσα στον ευλογημένο χώρο της Εκκλησίας μας, με ό,τι βεβαίως αυτό συνεπάγεται
για την Ορθόδοξη πνευματικότητα, το ότι παρά τις αδυναμίες μας δεν το βάζουμε
κάτω – δεν επιτρέπεται να το βάζουμε κάτω- τούτο αποτελεί σημείο ελπίδας για
αίσιον τέλος.
Φυσικά, ο δρόμος είναι μακρύς. Όμως το «κανδήλι της
πίστεως μένει πάντοτε αναμμένο και καθοδηγεί», γνωρίζοντας ότι η βεβαιότητα
έρχεται μόνο όταν η ψυχή βρεθεί εντός του παραδείσου.
Γνωρίζουμε ότι θα κοπιάσουμε, θα πονέσουμε και γιατί όχι,
κάποιες φορές θα κινδυνεύσουμε και ίσως θα ματώσουμε. Έτσι όμως έχουν τα
πράγματα στη Χριστιανική ζωή.
Η μεγάλη χαρά του Χριστού και συνοδεύει στην αρχή, αλλά
ακολουθεί πάντοτε τον μεγάλο αγώνα. Τώρα προηγείται ο κόπος, ο αγώνας και η
θυσία. Και όπως έλεγε κι ένας σύγχρονος άγιος «Τον ζωογόνο αέρα της πνευματικής
-της εν Κυρίω χαράς- θα τον αναπνεύσουμε όχι στην πεδιάδα των συμβιβασμών και
των υποχωρήσεων, αλλά αφού κουραστούμε ν' ανεβούμε στις ατέλειωτες ψηλοκορφές
της χάριτος»!
Είναι αυτό με το οποίο και κλείνει το Αποστολικό μας
ανάγνωσμα «το δε χάρισμα του Θεού, ζωή αιώνιος
εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών»! (Ρωμ. ΣΤ΄23).
Αγαπητοί μου. Κάποτε μια κοσμική κυρία, συνάντησε μιαν
άλλη, πιστή και αγωνιζομένη Χριστιανή, παλαιά φίλη της, που σκόρπιζε παντού τη
χαρά. -«Θα έδινα όλο τον κόσμο για ν' αποκτήσω τη χαρά σου», της είπε. - «Τόσο
ακριβώς μου κόστισε κι εμένα», απάντησε εκείνη.
Και όντως, είναι η προσφορά των πάντων και το ασταμάτητο
ανέβασμα προς την κορυφή, ο μοναδικός τρόπος για να κερδίσει κανείς τον Ιησούν.
Για να κερδίσει τους θησαυρούς της χάριτος και της χαράς. Ευλογίας δηλαδή που
αρχίζει από εδώ στη γή, για να μη τελειώνει ποτέ στον ουρανό.
Γένοιτο.
Αμήν
Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος