Πρωτ. Φιλοκτήμονος Αὐγουστινάκη,
Θεολόγου, Ἐφημερίου Ἱ. Ναοῦ Εὐαγγελισμοῦ Θεοτόκου Σητείας
Εὐχαριστῶ τή Δημοτική Ἐπιχείρηση Κοινωνικῆς Ἀνάπτυξης Σητείας καί τον ἠλεκτρονικό τύπο Σητείας «Sitiapress.gr» γιά τήν τιμή νά εἶμαι ἕνας ἀπό τούς ὁμιλητές σ᾽ αὐτήν τήν ἑσπερίδα, πού ἔχει ὡς θέμα τήν οἰκονομική κρίση καί τίς ἐπιπτώσεις της στόν ψυχισμό τῶν ἀνθρώπων και γενικότερα στήν κοινωνία μας.
Ἀναμφίβολλα ἡ πατρίδα μας διέρχεται μιά δύσκολη καί ἐπώδυνη περίοδο μέσα στήν πορεία τῆς ἱστορίας της, θά ἔλεγα χειρότερη καί ἀπ᾽ αὐτήν τῆς Κατοχῆς. Ἡ κρίση δέν εἶναι μόνο οἰκονομική. Εἶναι και πολιτική καί κοινωνική, ἀλλά κυρίως πνευματική. Ὁ λαός μας βρίσκεται, ὅπως οἱ Τρεῖς Παῖδες, μέσα στήν κάμινο τοῦ πυρός, την «καιομένην ἑπταπλασίως». Φτώχεια, εξαθλίωση οἰκονομική, ἀνεργία, κοινωνική ἀνασφάλεια, ἐπαχθεῖς φόροι, προσβολή καί καταρράκωση τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας, πολιτική ἀστάθεια, ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στό κράτος και στούς πολιτικούς, περιφρόνηση τῶν θεσμῶν, ἀβεβαιότητα γιά τό μέλλον, ὑπερβολικό ἄγχος, κατάθλιψη, ἀπόγνωση, ἀπαξίωση καί αὐτοῦ ἀκόμα τοῦ δώρου τῆς ζωῆς, ἀνησυχητική αὔξηση τῶν αὐτοκτονιῶν, εἶναι κοινωνικά φαινόμενα, πού τά ζοῦμε ὅλοι μας στή καθημερινή ζωή τοῦ τόπου μας.
Ὄντως «ἐπτωχεύσαμεν σφόδρα»! (Ψαλμ.78,8). «Ἐγενήθημεν ὄνειδος τοῖς γείτοσιν ἡμῶν, μυκτηρισμός καί χλευασμός τοῖς κύκλῳ ἡμῶν»! (Ψαλμ. 78,4). «Ἐσμικρύνθημεν παρά πάντα τά ἔθνη καί ἐσμέν ταπεινοί ἐν πάσῃ τῇ γῇ σήμερον διά τάς ἁμαρτίας ἡμῶν… καί οὐκ ἔστιν ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ ἄρχων καί προφήτης καί ἡγούμενος» (προσευχή Τριῶν Παίδων, Δαν. 3,38). «Οἱ πράκτορες ἡμῶν καλαμῶνται ὑμᾶς καί οἱ ἀπαιτοῦντες κυριεύουσιν ὑμῶν» (Ἡσ. 3,21), δηλαδή οἱ εἰσπράκτορες δυνάστες σας θέλουν να τρυγήσουν (σημ. νά ρουφήξουν!) καί τήν τελευταία ρανίδα τοῦ ἱδρώτα σας καί οἱ απαιτοῦντες νά σᾶς κατακυριεύσουν.
Ὡστόσο μέσα σ᾽ αὐτή τή στυγνή και ἀδυσώπητη πραγματικότητα ὁ λόγος καί πάλι τοῦ Προφήτη Ἡσαΐα ἀφυπνίζει τούς Ποιμένες τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά σταθοῦμε ἐν ἐγρηγόρσει «ἐπί τῆς θείας φυλακῆς», πάνω στή σκοπιά τῆς εὐθύνης μας καί τῆς ἀποστολῆς μας, δηλαδή πάνω στό Σταυρό. «Τάδε λέγει Κύριος· ἱερεῖς παρακαλεῖτε, παρακαλεῖτε τόν λαόν μου» (Ἡσ. 40,1).
Ὁ λόγος τοῦ ἱερέα, ὡς Ποιμένα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά εἶναι «λόγος παρακλήσεως» και «λόγος ἀληθείας», ἔστω κι ἄν ἀκούγεται ὡς «φωνή βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ» (Λουκ. 3,4).
Ἄλλωστε δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι «πολλά τά τέκνα τῆς ἐρήμου μᾶλλον ἤ τῆς ἐχούσης τον ἄνδρα» (Γαλ. 4,27). Καί ἡ ἔρημος, ὅταν θέλει ὁ Θεός, μπορεῖ νά ἐξανθίσει «ὡς κρίνον». Διότι, «ὅπου ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ἐκεῖ ὑπερεπερίσευσεν ἡ χάρις» (Ρωμ. 5,20).
Μέσα στό διάβα τῆς ἐθνικῆς καί ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας μας τόσο τῆς παλαιᾶς, ὅσο και τῆς Καινῆς Διαθήκης, οἱ κατά Θεόν «σοφοί» και «συνετοί» ἄνθρωποι δέν ἔβλεπαν τά γεγονότα ὡς ἁπλά ἱστορικά φαινόμενα. Πέρα ἀπό τά φαινόμενα ὑπάρχουν τά νοούμενα, οἱ πνευματικοί λόγοι, τούς ὁποίους διέκριναν μέ τήν καθαρή προφητική τους ὅραση καί ἀφύπνιζαν τό λαό.
Ἔτσι καί στήν παροῦσα κρίση «πρέπει να κοιτᾶμε πέρα ἀπό τήν ἐπιφάνεια καί πέρα ἀπό τούς τεχνικούς λόγους» καί νά προσπαθήσομε νά διακρίνομε τά βαθύτερα πνευματικά αἴτια, πού μᾶς ὁδήγησαν στήν κρίση αὐτή.
Ὅταν οἱ Τρεῖς Παῖδες βλήθηκαν μέσα στήν κάμινο τοῦ πυρός, «περιεπάτουν ἐν μέσῳ τῆς φλογός ὑμνοῦντες τόν Θεόν καί εὐλογοῦντες τον Κύριον». Τότε ὁ Ἀζαρίας «ἀνοίξας τό στόμα αὐτοῦ ἐν μέσῳ τοῦ πυρός» εἶπε: «Εὐλογητος εἶ Κύριε ὁ Θεός τῶν πατέρων ἡμῶν καί αἰνετόν και δεδοξασμένον τό ὄνομά σου εἰς τούς αἰῶνας…
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Πρωτ. Φιλοκτήμονος Αὐγουστινάκη,
Θεολόγου, Ἐφημερίου Ἱ. Ναοῦ Εὐαγγελισμοῦ Θεοτόκου Σητείας
*Εἰσήγηση τοῦ Αἰδεσιμολ. π. Φιλοκτήμονος Αὐγουστινάκη στήν ἑσπερίδα μέ θέμα: «Ὁ ψυχισμός τόν καιρό τῆς οἰκονομικῆς κρίσης» πού διοργάνωσε ὁ Δῆμος Σητείας σέ συνεργασία μέ τό «Sitiapress.gr» στήν αἴθουσα τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου Σητείας, τήν Τρίτη 10 Ἰουλίου 2012.
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
ὅτι ἐν ἀληθείᾳ καί κρίσει ἐπήγαγες ταῦτα πάντα διά τάς ἁμαρτίας ἡμῶν· ὅτι ἡμάρτομεν και ἠνομήσαμεν ἀποστῆναι ἀπό σοῦ καί ἐξημάρ-τομεν ἐν πᾶσι καί τῶν ἐντολῶν σου οὐκ ἠκούσαμεν καθώς ἐνετείλω ἡμῖν, ἵνα εὖ ἡμῖν γένηται» (Δανιήλ 3,24 καί ἑξῆς).
Τό πρῶτο φάρμακο γιά τή θεραπεία τῆς κρίσης εἶναι ἡ συναίσθηση τῆς εὐθύνης μας καί ἡ μετάνοια, ἡ ἀλλαγή νοῦ, νοοτροπίας, τρόπου ζωῆς. «Μακάριον τό ἔθνος οὗ ἐστί Κύριος ὁ Θεός αὐτοῦ, λαός ὅν ἐξελέξατο εἰς κληρονομίαν ἑαυτῷ» (Ψαλμ. 32). «Τά γάρ ἔθνη καί οἱ βασιλεῖς, οἵτινες οὐ δουλεύσουσί σοι, ἀπολοῦνται και τά ἔθνη ἐρημίᾳ ἐρημωθήσεται» (Ἡσαΐας 60,12).
«Δικαιοσύνη ὑψοῖ ἔθνη, ἐλασσονοῦσι δέ φυλάς ἁμαρτίαι» (Παροιμοίαι 14,34). Ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης στό «Ἄξιόν ἐστιν» λέγει: «Μνήμη τοῦ λαοῦ μου σέ λένε Πίνδο καί σέ λένε Ἄθω. Ἐσύ μόνη ἀπ᾽ τή φτέρνα τόν ἄνδρα γνωρίζεις, ἐσύ μόνη ἀπό τήν κόψη τῆς πέτρας μιλᾶς, ἐσύ στοῦ νεροῦ τῶν αἰώνων τήν ἄκρη σύρεις πασχαλιά ἀναστάσιμη».
Ἀλήθεια, ποιός μᾶς ἔδωσε τό δικαίωμα νά ἀσεβοῦμε σ᾽ αὐτή τή «μνήμη τοῦ λαοῦ»; Ποιός ταΐζει τό λαό μας μέ τούς λωτούς τῆς λήθης; Γιατί περιθωριοποιεῖται καί ἐξοστρακίζεται ἡ Ὀρθόδοξη πολιτισμική καί πολιτιστική παράδοση τοῦ τόπου μας ἀπό τίς ἐκφάνσεις τῆς κοινωνικῆς μας ζωῆς; Ποιός βάζει βουλοκέρι στ᾽ αὐτιά μας γιά νά μήν ἀκοῦμε καί νά μήν καταλαβαίνουμε αὐτά πού εἶπε ὁ Ἀμερικανός Κίσινγκερ τό 1994 καί τά ὁποῖα βλέπομε χρόνο μέ τόν χρόνο νά ἐπαληθεύονται; «Οἱ Ἕλληνες, εἶπε, εἶναι λαός, δυσκολοκυβέρνητος, γι᾽ αὐτό πρέπει νά τόν πλήξουμε βαθιά στίς πολιτισμικές του ρίζες. Ἴσως ἔτσι βάλουν μυαλό. Ἐννοῶ δηλαδή, νά τούς πλήξουμε στή γλώσσα, στή θρησκεία, στά πολιτισμικά καί ἱστορικά τους ἀποθέματα, ὥστε νά ἐλαχιστοποιήσουμε κάθε δυνατότητα προόδου τους, διακρίσεως καί κυριαρχίας, ὥστε νά πάψουν νά ἔχουν λόγο στα Βαλκάνια, στήν Ἀνατολική Μεσόγειο, στή Μέση Ἀνατολή, πού εἶναι περιοχές μεγάλης στρατηγικῆς σημασίας γιά τήν πολιτική τῶν Η.Π.Α.».
Μήπως ἦταν αὐτός πιό ἔξυπνος ἀπό μᾶς;
Δυστυχῶς ἀπεμπολήσαμε καί ἐκχωρήσαμε τά «πρωτοτόκια» καί τά δικαιώματα τῆς φυλῆς μας ἀντί «πινακίου φακῆς». Θαμπώθηκαν τά μάτια μας ἀπό τήν πλεονεξία. Κυνηγήσαμε μέ τόν τζόγο καί τά δάνεια τόν εὔκολο καί ἐπίπλαστο πλουτισμό.
Περιφρονήσαμε τόν τίμιο ἱδρώτα τοῦ προσώπου μας καί ἀφήσαμε ἔρημη και αὐτή ἀκόμα τή «μάννα γῆ». Στηρίξαμε τίς ἐλπίδες μας καί την ἀσφάλειά μας στά δάνεια και τίς ἀποταμιεύσεις μας. Οἱ Τράπεζες τῆς Ἑλβετίας και οἱ off shore Ἑταιρείες και τό χρηματιστήριο εἶναι μιά σύγχρονη ἐκδοχή καί ἑρμηνεία
τοῦ «καθελῶ μου τάς ἀποθήκας καί μείζονας οἰκοδομήσω» (Λουκ. 12,18). Ἡ λιτότητα, αὐτή ἡ ἀρχοντική ἀρετή τῆς φυλῆς μας, τό ἀσκητικό πνεῦμα καί ἦθος τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσής μας, ἐξοβελίστηκε ἀπό τόν ἄφρονα πλουτισμό, τήν εὐδαιμονία καί τήν ὑπερκατανάλωση.
Ρώτησαν τόν π. Παΐσιο: «Γέροντα, γιατί οἱ ἄνθρωποι σήμερα νιώθουν ἀνασφάλεια;». Και ἀπάντησε λακωνικά καί χαριτωμένα: «Γιατί ὅλοι εἶναι ἀσφαλισμένοι»! Καί τώρα «ἰδού ἄνθρωπος, ὃς οὐκ ἔθετο τόν Θεὸν βοηθόν αὐτοῦ, ἀλλ᾿ ἐπήλπισεν ἐπί τό πλῆθος τοῦ πλούτου αὐτοῦ καί ἐνεδυναμώθη ἐπί τῇ ματαιότητι αὐτοῦ» (Ψαλ. 51,9). Ἔφυγε κάτω ἀπό τά πόδια μας τό χαλί, πού νομίζαμε πώς πα-τούσαμε γερά καί πέσαμε στό κενό! «Ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης» (Ἐκκλησιαστής 1,2). «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καί ἐπείνασαν» (Ψαλμ. 33,11). Μά καί οἱ φτωχοί ἔγιναν ἀκόμη πιό φτωχοί. Τό βιός μας ἐξανεμίζεται. Ὁ τόπος μας ξεπουλήθηκε. Τό μέλλον ἀβέβαιο. «Οἱ πράκτορες ἡμῶν καλαμῶνται ἡμᾶς καί οἱ ἀπαιτοῦντες κυριεύουσιν ἡμῶν»!
Παιδαγωγία Θεοῦ εἶναι τούτη ἡ συμφορά, πού βρῆκε τό ἔθνος μας. Ὅμως «καί ἡ παιδεία σου ἀνώρθωσέ με εἰς τέλος καί ἡ παιδεία σου αὐτή μέ διδάξῃ» (Ψαλ. 17). «Ὅτι ἐν πυρί δοκιμάζεται χρυσός καί ἄνθρωποι δεκτοί ἐν καμίνῳ ταπεινώσεως» (Σοφ. Σειράχ 2,5).
Ἡ παιδεία τοῦ Θεοῦ εἶναι τό μυστήριο τῆς σοφίας Του καί τῆς ἀγάπης Του γιά τά παιδιά Του. «Ὅν γάρ ἀγαπᾶ Κύριος παιδεύει, μαστιγεῖ δε πάντα υἱόν ὅν παραδέχεται.
Εἰ παιδείαν ὑπομένετε, ὡς υἱοῖς ὑμῖν προσφέρεται ὁ Θεός· τίς γάρ ἐστίν υἱός ὅν οὐ παιδεύει πατήρ; εἰ δέ χωρίς ἐστε παιδείας… ἄρα νόθοι ἐστέ καί οὐχ υἱοί» (Ἑβρ. 12,7-8).
Αὐτή ἡ παιδεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ κρίση τῆς κρίσης μας. Ἡ θεραπεία τῆς ἀλογίας μας. Τό «χωνευτήρι» τῆς φωτιᾶς, πού κατακαίει «τό ξύλον,τόν χόρτον, τήν καλάμην καί τό ἄχυρον» καί λαγαρίζει τό χρυσάφι. Τό «δοκίμιον τῆς πίστεως», πού «κατεργάζεται ὑπομονήν» (Ἰακ. 1), «ἡ δέ ὑπομονή τήν ἐλπίδα, ἡ δέ ἐλπίς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν» (Ρωμ. 3, 4-5).
Ἡ παιδεία τοῦ Θεοῦ μεταβάλλει τήν κρίση σέ «εὐκαιρία» γιά νά ξυπνήσουν οἱ κοιμισμένες δυνάμεις τοῦ λαοῦ μας, οἱ ἀρετές τῆς φυλῆς μας, τό ἦθος τῆς φιλοθεΐας καί τῆς φιλανθρωπίας, πού χαρακτηρίζει την ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας, ἡ πίστη τῶν πατέρων μας, ἀπό τήν ὁποία βάλθηκαν κάποιοι να μᾶς ἀποκόψουν σπείροντας τά ζιζάνια καί τό δηλητήριο τῆς ἀθεΐας στά παιδιά μας, διαπράττοντας ἔτσι τό μεγαλύτερο ἔγκλημα εἰς βάρος ὄχι μόνο τῆς ψυχῆς τους ἀλλά καί τοῦ γένους μας. Ὁ Ντοστογιέφσκι ἔλεγε: «Δίχως Θεό ὅλα ἐπιτρέπονται».
Ποιά πρότυπα ζωῆς, ἤθους, ἐντιμότητας, καλωσύνης καί ἀνθρωπιᾶς ἔχει να προβάλλει ἡ παιδεία μας στούς νέους μας πέρα ἀπό τό Χριστό, τήν Παναγία καί τούς φίλους τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι οἱ Ἅγιοι; Ποιά παράδοση ἐγαλούχησε τούς ἥρωες τῆς ἐθνικῆς
ἱστορίας μας, τό Μακρυγιάννη, τόν Παπαδιαμάντη, τόν Κόντογλου, ἤ τά ἀπαγχονισθέντα ἡρωϊκά παλληκάρια τῆς Κύπρου, πού κείτονται στά Φυλακισμένα Μνήματα; Ποιός θά δώσει ἐλπίδα καί αἰσιοδοξία στά νιάτα μας, ἀγάπη γιά ζωή, ἡρωϊσμό καί ἀνδρεῖο φρόνημα, κουράγιο καί ὑπομονή ἄν τούς γκρεμίσεις «τόν πύργον τῆς ἰσχύος», δηλαδή τή κραταιά δύναμη τῆς πίστεως μέσα στήν ψυχή τους;
Ὁ Χριστός εἶπε· «Μή φοβεῖστε αὐτούς πού σκοτώνουν τό σῶμα, ἀλλά δέν μποροῦν νά σκοτώσουν τήν ψυχή. Ἀντίθετα νά φοβᾶστε περισσότερο αὐτόν, πού μαζί μέ τό σῶμα μπορεῖ νά καταστρέψει καί τήν ψυχή» (Ματθ. 10,28). Καί ὁ Ἱσαπόστολος Κοσμᾶς, ὁ Αἰτωλός, ἀναφέρει στίς Διδαχές του: «Ψυχή καί Χριστός σᾶς χρειάζονται. Αὐτά τά δύο κανείς δέν μπορεῖ να σᾶς τά πάρει, παρεκτός καί θελήσετε μόνοι σας νά τά δώσετε».
Ἡ παιδεία τοῦ Θεοῦ θά μᾶς ἀνορθώσει καί θά μᾶς διδάξει νά βροῦμε καί πάλι τόν Χριστό καί τή ψυχή μας. Ὁ βασιλιάς Ναβουχοδονόσωρ ἀπειλοῦσε τούς Τρεῖς Παῖδες μέ τοῦτα τά ὑπερφίαλα λόγια: «Ἐάν μή πεσόντες προσκυνήσητε τῇ εἰκόνι τῇ χρυσῇ, ᾗ ἐποίησα, αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἐμβληθήσεσθε εἰς τήν κάμινον τοῦ πυρός τήν καιομένην· καί τίς ἐστί Θεός, ὅς ἐξελεῖται ὑμᾶς ἐκ τῶν χειρῶν μου;» (Δαν. 3,7). Καί τότε ὁ Ἀνανίας, ὁ Ἀζαρίας καί ὁ Μισαήλ τοῦ ἀποκρίθηκαν· «Οὐ χρείαν ἔχομεν ἡμεῖς περί τοῦ ρήματος τούτου ἀποκριθῆναί σοι· ἔστι γάρ Θεός ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς, ᾧ ἡμεῖς λατρεύομεν, δυνατὸς ἐξελέσθαι ἡμᾶς ἐκ τῆς καμίνου τοῦ πυρός τῆς
καιομένης, καί ἐκ τῶν χειρῶν σου, βασιλεῦ, ρύσεται ἡμᾶς· καί ἐὰν μή, γνωστόν ἔστω σοι, βασιλεῦ, ὅτι τοῖς θεοῖς σου οὐ λατρεύομεν καί τῇ εἰκόνι, ᾗ ἔστησας, οὐ προσκυνοῦμεν» (Δαν. 3,15-18).
Ναί, εἶναι δυνατός ὁ Θεός τῶν Πατέρων μας, ὁ Θεός πού λατρεύομε καί προσκυνοῦμε, νά γλιτώσει καί τήν πατρίδα μας ἀπ᾽ αὐτή τήν «ἑπταπλασίως καιομένην κάμινον» τῆς κρίσεως. «Ὁ Θεός δώσει δύναμιν καί κραταίωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ» (Ψαλμ. 67). Ὁ Χριστός, ὁ «Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος», πού ἐδρόσισε τούς Τρεῖς Παῖδες, μπορεῖ νά δροσίσει κι ἐμᾶς καί νά μᾶς δώσει τή δύναμη νά περπατοῦμε καί νά προχωροῦμε μέσα στόν καύσωνα τῆς φωτιᾶς.
Ἐκεῖνος πού περπάτησε πάνω στή φουρτουνιασμένη θάλασσα ἔδωσε τή δύναμη καί στον Πέτρο νά περπατήσει κι αὐτός. Ὅση ὥρα εἶχε τά μάτια του στραμμένα στόν Χριστό, προχωροῦσε ἀψηφώντας τά μανιασμένα κύματα. Ὅταν ἡ προσοχή του «καρφώθηκε» σ᾽ αὐτά, δείλιασε καί βούλιαξε. Μά καί πάλι μέσα στήν ἀδυναμία του καί τό φόβο του φώναξε στό Χριστό: «Κύριε βοήθοι μοι» καί ὁ Χριστός τοῦ ἅπλωσε τό χέρι Του καί τοῦ εἶπε: «ὀλιγόπιστε εἰς τι ἐδίστασας;»
Ὁ Χριστιανός δέν ἀπελπίζεται. Κι ὅταν ἀκόμα ὀλιγοπιστεῖ καθώς κινδυνεύει νά βουλιάξει μέσα στό πέλαγος καί τίς τρικυμίες τῆς ζωῆς, ξέρει πώς ὁ Χριστός τοῦ ἁπλώνει τό χέρι Του καί δέν τόν ἀφήνει νά χαθεῖ. Ἡ ὑπομονή πού παίρνεις ἀπό τήν πίστη και τήν ἐλπίδα στό Θεό εἶναι ἀναίμακτο μαρτύριο συνειδήσεως, ἀλλά καί ἐλευθερία καί ἡρωϊσμός καί ἀρχοντιά. Ἡ αὐτοκτονία δέν εἶναι πράξη ἡρωϊκή. Εἶναι ἡ σφραγίδα τῆς ἀπελπισίας, ἐγωϊσμός, ὑποδούλωση καί αὐτοπαράδοση στό διάβολο, σ᾽ ἐκεῖνον πού μαζί μέ τό σῶμα ἀποκτείνει καί τήν ψυχή.
Πρέπει νά βοηθήσομε τό λαό μας νά ἐπανεύρει ἤ νά μή χάσει τό πολύτιμο «τζιβαερικό» του, τό θησαυρό τῆς πίστεως. Ἔχομε Θεό πατέρα. Εἴμαστε λαός δικός Του καί «πρόβατα νομῆς» Του. Ζοῦμε καθημερινά μέσα στήν πρόνοιά Του. Ἀκόμα καί οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς μας εἶναι ἀριθμημένες! (Ματθ. 10,30). «Ὁ διδούς τοῖς κτήνεσι τροφήν αὐτῶν καί τοῖς νεοσσοῖς τῶν κοράκων τοῖς ἐπικαλουμένοις αὐτόν» (Ψαλμ. 146), δεν θά θρέψει ἐμᾶς τά παιδιά του ἐν καιρῷ λιμοῦ; «Μή ἐπιλήσεται τοῦ οἰκτειρῆσαι ὁ Θεός ἤ συνέξει ἐν τῇ ὀργῇ αὐτοῦ τούς οἰκτιρμούς αὐτοῦ»;
(Ψαλμ. 76). Τό θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων τό ξεχάσαμε; Μήπως στέρεψαν οἱ κρουνοί τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, τῆς Παναγίας τῆς Πορταΐτισσας στό Ἅγιον Ὄρος, πού ἔδωσε φλουρί στόν πεινασμένο γιά ν᾽ ἀγοράσει ψωμί, τῆς Γερόντισσας, τῆς Ἐλαιοβρύτισσας και τῆς οἰκονόμισσας, πού γέμισε τά ἄδεια πιθάρια τοῦ δοχειοῦ μέ λάδι τόσο πολύ, πού ξεχύλισαν;
«Νεώτερος ἐγενόμην καί γάρ ἐγήρασα καί οὐκ εἶδον δίκαιον ἐγκαταλελειμμένον οὐδέ τό σπέρμα αὐτοῦ ζητοῦν ἄρτους» (Ψαλμ. 36). «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καί ἐπείνασαν οἱ δέ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντός ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33).
Νά μάθομε ἐμεῖς καί νά μάθομε καί στά παιδιά μας νά «ἐκζητοῦμε» τόν Κύριο. Νἄμαστε «ζητιάνοι» στήν πόρτα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Μοῦ ἔλεγε ἕνας φτωχός πατέρας μέ ἑφτά παιδιά: «Μιά ζωή θυμᾶμαι τόν ἑαυτό μου ζητιάνο μπροστά στήν πόρτα τοῦ Θεοῦ και ἡ ἀγάπη Του ποτέ δέ με στέρησε τά ἀγαθά Του». «Μή μεριμνᾶτε» μᾶς λέγει ὁ Χριστός, μήν ἀγωνιᾶτε, μήν ἀγχώνεστε! «Ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ και τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ καί πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. 6,33). Ποιά «πάντα»; Αὐτά, πού χρειάζεστε, αὐτά πού σᾶς εἶναι ἀναγκαῖα γιά νά ζήσετε. Ὄχι πλεονεξία. Ὄχι σπατάλη. Ὄχι πολυτέλεια. Ὄχι ματαιοδοξία. Ὄχι ἐπίδειξη. Ὄχι φαντασμένα μυαλά. Λιτότητα, ὀλιγάρκεια, ἁπλότητα. Αὐτό εἶναι τό ἀσκητικό ἦθος τῆς παράδοσής μας. Νά κάνομε διάκριση ἀνάμεσα στό «τί θέλω» καί στό «τί χρειάζομαι» (Ἐπίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Ware). Νά λέμε «δόξα σοι ὁ Θεός» γι᾽ αὐτά πού ἔχομε καί «ἔχει ὁ Θεός» γι᾽ αὐτά πού στερούμαστε. Αὐτά τά δύο ἀνοίγουν τούς κρουνούς τῆς ἀγάπης καί τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας.
Κι ἀκόμα νά ἐπιστρέψομε ὅσοι μποροῦμε και ὅσο μποροῦμε στή «μάννα γῆ» καί στό φυσικό τρόπο ζωῆς. Τό συνιστοῦσε καί ὁ Γέροντας Παΐσιος αὐτό. Εἶναι εὐλογία νά καλλιεργεῖς τη γῆ καί νά τήν ποτίζεις μέ τόν τίμιο ἱδρώτα σου. Ἡ ἀγάπη στή φύση, στά ζῶα, στά πουλιά καί ἡ χαρά τῶν ἀγαθῶν πού σοῦ προσφέρουν αὐτά σέ ἰσορροποῦν ψυχικά καί σωματικά.
Ὅσο ἀγαπᾶς τό Θεό, τόσο ἀγαπᾶς, νοιάζεσαι καί συμπονεῖς τό συνάνθρωπο. Ἡ φιλοθεΐα ἀνοίγει τό δρόμο τῆς φιλανθρωπίας. Ἀλλά και ἡ φιλανθρωπία σίγουρα ὁδηγεῖ στή γνώση τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἐπιτακτική ἡ ἀνάγκη στήν παρούσα οἰκονομική ὕφεση νά ἀναδειχθεῖ ἔτι περισσότερο αὐτή ἡ μεγάλη ἀρετή τῆς φυλῆς μας, πού λέγεται ἀλληλεγγύη, ἐλεημοσύνη, φιλανθρωπία. Πάντοτε, ἀλλά ἰδιαίτερα τώρα εἶναι ἐπίκαιροι οἱ πύρινοι λόγοι τῶν Μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τήν κοινωνική δικαιοσύνη, γιά τόν πλοῦτο καί τούς «πλουτοῦντας», γιά τούς ἐκμεταλλευτές, γιά τούς τοκογλύφους, γιά τούς σκληροκάρδιους καί ἀνελεήμονες, γιά τήν ἐλεημοσύνη, γιά τή συμπάθεια τῶν ἐπιδεομένων καί γιά τή «μνεία τῶν πενήτων ἐν ταῖς προσευχαῖς». Ἡ ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης δέν ἀφορᾶ μόνο τούς πλούσιους, ἀλλά καί τούς φτωχούς, γιατί δέν εἶναι ὑπόθεση χρημάτων, ἀλλά καρδιᾶς. Ὅλοι πρέπει νά ἔχομε σπλάχνα οἰκτιρμῶν, γιατί ὅλα, ἀκόμα καί το δίλεπτο τῆς χήρας, τά εὐλογεῖ καί τά πολλαπλασιάζει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος εἶπε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν θά ζήσει μόνο μέ ψωμί. Ἀλλά καί ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ζήσει χωρίς ψωμί (Ἐπίσκοπος Κάλλιστος Ware).
Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος λέει: «Ἄς πάρουμε τήν περίπτωση πού κάποιος ἀδελφός ἤ ἀδελφή δεν ἔχουν ροῦχα νά ντυθοῦν καί στεροῦνται τό καθημερινό τους φαγητό. Ἄν κάποιος ἀπό σᾶς τους πεῖ· ὁ Θεός μαζί σας. Πηγαίνετε στό καλό. Εὔχομαι νά βρεῖτε ροῦχα καί νά χορτάσετε φαγητό, ποιό τό ὄφελος ἄν δέν τούς δώσει κιόλας τά ἀπαραίτητα, πού χρειάζεται τό σῶμα;» (Ἰακ. 2,14). Ἕνας Ρῶσος φιλόσοφος, ὁ Ν. Μπερντιάγεφ εἶπε: «Τό ψωμί γιά τόν ἑαυτό μου εἶναι μιά ὑλική ἐπιδίωξη· τό ψωμί γιά τόν πλησίον εἶναι μιά πνευματική ἐπιδίωξη» (Ἐπίσκοπος Κάλλιστος Ware).
Ὁ Προφήτης Δαβίδ λέγει: «Μακάριος ὁ συνιών ἐπί πτωχόν καί πένητα, ἐν ἡμέρᾳ πονηρᾷ ρύσεται αὐτόν ὁ Κύριος» (Ψαλμ. 46). Ἔχομε εὐθύνη γι᾽ αὐτούς, πού πεινᾶνε, γι᾽ αὐτούς πού χρειάζονται ἕνα πιάτο φαγητό, γι᾽ αὐτούς πού δέν ἔχουν νά ντυθοῦν, γι᾽ αὐτούς πού ζητοῦν ψωμί, ἀνεξάρτητα ἀπό τήν καταγωγή τους ἤ τή θρησκεία τους. Γιά τά φαγητά πού πετᾶμε, θά δώσομε λόγο στό Θεό. Καί γι᾽ αὐτά τά παραπανίσια, πού ἀγοράζομε ἀπό ματαιοδοξία και πολυτέλεια θά μᾶς ζητήσει ὁ Χριστός λόγο ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως. Ὁ Κύριος εἶπε· «μακάριόν ἐστιν μᾶλλον διδόναι ἤ λαμβάνειν» (Πράξ. 20,35), καλύτερο εἶναι νά δίνεις παρά νά παίρνεις. Ὅσο πτωχός καί ἄν εἶσαι δίνε ἀπό τό ὑστέρημά σου τό δίλεπτον τῆς χήρας, ἕνα πιάτο φαγητό, ἕνα ποτήρι νερό, ἕνα χαμόγελο, ἕνα βλέμμα καλωσύνης, ἕνα πόνο καρδιᾶς, μιά προσευχή και τότε θά ζεῖς τό θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ καί τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ στή ζωή σου.
Ἀγαπητοί μου· ἐπιτρέψετέ μου νά κλείσω τήν ἀποψινή ὁμιλία μου μέ τά σοφά λόγια ἑνός μεγάλου Ἁγίου καί Ὁμολογητοῦ τῆς Ὀρθόδοξης Σερβικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Ἐπισκόπου Ἀχρίδος Νικολάου Βελιμίροβιτς, πού ἔζησε τόν περασμένο αἰώνα: «Ἡ σφραγίδα τῆς ἀπελπισίας εἶναι ἡ αὐτοκτονία. Ἀναρωτιέστε, γιατί ὑπάρχει τόση ἀπελπισία καί γιατί ὑπάρχουν τόσοι ἀπελπισμένοι στήν ἐποχή μας; Ἀπό τό ἄδειασμα τοῦ μυαλοῦ καί τήν ἐρημιά τῆς καρδιᾶς. Ὁ νοῦς δε σκέφτεται τό Θεό καί ἡ καρδιά δέν ἀγαπάει τον Θεό. Ὅλος ὁ κόσμος δέν μπορεῖ νά γεμίσει το ἀνθρώπινο μυαλό. Αὐτό μπορεῖ μόνο ὁ Θεός να τό κάνει. Χωρίς τόν Θεό ὁ νοῦς εἶναι πάντα ἄδειος καί ὅλες οἱ γνώσεις, πού μπαίνουν στό μυαλό, πέφτουν στήν ἄβυσσο. Ἡ ἀγάπη ὅλου τοῦ κόσμου δέν μπορεῖ νά γεμίσει τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἐπειδή ἡ καρδιά νιώθει πώς ἡ κοσμική ἀγάπη ἀλλάζει καί εἶναι σάν τήν παλίρροια και τήν ἄμπωτη τῆς θάλασσας. Ἀδελφοί μου, καί το μυαλό καί ἡ καρδιά μας ἀνήκουν στό Θεό και μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά τά γεμίσει μέ τή δύναμή Του: Νά τά γεμίσει μέ τή δική Του χαρούμενη σοφία, μέ τήν πίστη καί τήν ἀγάπη.
Χωρίς τό Θεό ὅλα εἶναι ἀμάθεια.
Χωρίς τό Θεό ὅλα εἶναι στεναχώρια.
Χωρίς τό Θεό ὅλα εἶναι ἀπελπισία»
(Ἁγίου Νικολάου Ἀχρίδος, Ἀφυπνιστικοί Λόγοι μέσα ἀπό τό παράθυρο τῆς φυλακῆς- Μηνύματα στό λαό, Ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη»).
Πηγή: Άγκυρα Ελπίδος Διμηνιαῖο Ὀρθόδοξο Περιοδικό τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας.
Περιόδος Β΄, Τεῦχος 69, Ἰούλιος- Αὔγουστος 2012