Νεκρός για τον κόσμο
Ξέρω κάτι τύπους που φοράνε μόνο μαύρα κι ασχολούνται συνεχώς με το θάνατο. Ο θάνατος τούς απασχολεί τόσο πολύ, που έχουν πάντα ραμμένη στα ρούχα τους μια ζωγραφισμένη νεκροκεφαλή.
Ξέρω κάτι τύπους που φοράνε μόνο μαύρα κι ασχολούνται συνεχώς με το θάνατο. Ο θάνατος τούς απασχολεί τόσο πολύ, που έχουν πάντα ραμμένη στα ρούχα τους μια ζωγραφισμένη νεκροκεφαλή.
Δεν ξυρίζονται, δεν κουρεύονται, δεν κάνουν κανονικό μπάνιο, πλένονται μόνο για λόγους υγιεινής· εκεί που μένουν είναι μάλλον αδύνατο να βρεις καθρέφτη. Δε μένουν στα σπίτια τους, αλλά ζουν σε μικρά δωμάτια, συνήθως μέσα σε αρχαία κτίρια, που τα συντηρούν και τα περιποιούνται. Τις νύχτες μαζεύονται και ψάλλουν χωρίς ν’ ανάβουν ηλεκτρικό φως, κρατώντας μόνο αναμμένα κεριά. Καίνε και αρωματικά λιβάνια, ενώ μερικές νύχτες περιφέρονται ψάλλοντας με τα κεριά τους στα δάση.
Καλλιεργούν μόνοι τους το φαγητό τους. Έχουν τεράστιες περιόδους που δεν τρώνε κρέας, ενώ οι πιο προχωρημένοι απ’ αυτούς δεν τρώνε κρέας ποτέ, αλλά μένουν μάλιστα μέσα στα δάση, σε καλύβες ή σπηλιές, μερικοί και σε χαράδρες, κι εκεί έρχονται σε άμεση επαφή με τα πλάσματα της γης. Όλα τα πλάσματα της γης τ’ αγαπάνε και πολλοί φτάνουν στο σημείο να μπορούν και να επικοινωνήσουν μαζί τους.
Ανάμεσά τους είναι πολλοί μορφωμένοι, που διαβάζουν με τις ώρες ερευνώντας παμπάλαιους τόμους αρχαίας σοφίας, αλλά μετά σκάβουν και ποτίζουν τη γη δίπλα στους αγράμματους. Υπάρχουν τέτοιοι και άντρες και γυναίκες, αν και οι πιο προχωρημένοι έχουν ξεπεράσει ακόμα κι αυτή τη διάκριση…
Δεν έχουν ανάγκη κανέναν από τον «πολιτισμένο κόσμο» και είναι ελεύθεροι. Είναι ελεύθεροι όμως, όχι γιατί δεν έχουν ανάγκη κανέναν, αλλά επειδή τους αγαπούν όλους· επειδή μας αγαπούν όλους. Είναι δίπλα μας, νοιάζονται για μας, αλλά εμείς δεν τους βλέπουμε. Εσύ έχεις δει ποτέ κάτι τύπους που φοράνε μόνο μαύρα κι έχουν πάντα ραμμένη στα ρούχα τους μια ζωγραφισμένη νεκροκεφαλή;
Το όνομά τους είναι «ορθόδοξοι μοναχοί».
Στη γενιά μας πολλοί έφηβοι φοράνε πάντα μαύρα και λατρεύουν ν’ ασχολούνται με το θάνατο. Το κάνουν αυτό, άλλοι γιατί πενθούν κι άλλοι γιατί είναι οργισμένοι. Πενθούν, γιατί δεν αισθάνονται να λαμβάνουν αυτό που κάθε άνθρωπος έχει πιο πολύ ανάγκη: τη γλυκιά θετική ενέργεια της αγάπης· και είναι οργισμένοι, γιατί αισθάνονται να πνίγει τα πάντα η σκοτεινή ενέργεια της αδιαφορίας, της υποκρισίας, της αδικίας, του εγωισμού. Και οι δύο καταστάσεις είναι καταστάσεις πόνου.
Δε χρειάζεται να περιγράψω τα συμπτώματα αυτού του πόνου· οι ίδιοι οι νέοι τα ξέρουν, τα βιώνουν στο πετσί τους, και «οι άλλοι» τα βλέπουν καθημερινά σ’ αυτό που τους φαίνεται πολιτισμική παρακμή, νεανική υποκουλτούρα, αλλά στην πραγματικότητα είναι αντίδραση στον πόνο, το πένθος και την οργή. Η νεανική κουλτούρα είναι μια κουλτούρα αντίδρασης, με το ντύσιμο, το μακιγιάζ, τη μουσική, το χορό, τα θεάματα, τους κώδικες επικοινωνίας. Δε θα πω άλλα.
Οι έφηβοι λοιπόν ντύνονται στα μαύρα και ενδιαφέρονται για το θάνατο, γιατί αγαπούν τη ζωή, αλλά δεν ξέρουν πού θα τη βρουν – αφού τα πάντα γύρω τους κατακλύζονται από το σκοτάδι – και μένει μόνο απελπισία και πόνος. Οι ορθόδοξοι μοναχοί ντύνονται στα μαύρα και ενδιαφέρονται για το θάνατο, γιατί κι αυτοί αγαπούν τη ζωή και ξέρουν πού θα τη βρουν. Η δική τους κουλτούρα οδηγεί σε ελπίδα και φως. Περνάνε από παρόμοιους δρόμους, που όμως βγάζουν σε διαφορετική κατεύθυνση.
Κάθοδος στον Άδη της αγάπης
Γι’ αυτό το λόγο πιστεύω, φίλε μου, φίλη μου, πως ζητάς τα ίδια πράγματα με τους μοναχούς: αγάπη, δικαιοσύνη, ειλικρίνεια και φως. Και για να τα βρεις, είσαι πρόθυμος να κατεβείς μέχρι τον πιο σκοτεινό Άδη – το ίδιο κι αυτοί! Γι’ αυτό και η ενασχόληση με το θάνατο, γι’ αυτό και οι ζωγραφισμένες νεκροκεφαλές, γι’ αυτό η μεγάλη εξοικείωση με τα ιερά λείψανα.
Η αγάπη είναι ο ένας Άδης: όταν αγαπάς, πονάς· πρώτον, επειδή πολλοί σε προδίδουν και σ’ απογοητεύουν· δεύτερον, επειδή βλέπεις γύρω σου πολύ πόνο και τον κολλάς κι εσύ, αφού πονάνε οι άλλοι (ο πλησίον) κι εσύ αγαπάς τους άλλους, αγαπάς τον πλησίον.
Γι’ αυτό, η αγάπη χρειάζεται αγώνα, αλλιώς θα σβήσει, δε θ’ αντέξει. Και οι μοναχοί γίνονται μοναχοί, ακριβώς για να δώσουν αυτό τον αγώνα. Και τον δίνουν, κατεβαίνοντας πρώτα σ’ έναν άλλο Άδη, που λέγεται μετάνοια.
Δεν πρόκειται καθόλου για γλυκανάλατα κλάματα και παράπονα· η μετάνοια, αυτό που λέμε έτσι, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό: σταύρωση του παλιού εαυτού μας, με τα πάθη και τα ελαττώματά του, για ν’ αναστηθεί ένας νέος εαυτός, γεμάτος αγάπη και φως. Μια σταύρωση που δε σε σκοτώνει, αλλά σε αναζωογονεί, σε ανασταίνει – όπως η σταύρωση του Χριστού. Γι’ αυτό λέγεται Άδης, και ο ορθόδοξος μοναχός κατεβαίνει σ’ αυτό τον Άδη (είναι βέβαια δύσκολο να σταυρώσεις τις αρνητικές σου πλευρές, γιατί τις έχεις συνηθίσει, έχουν κολλήσει πάνω σου και κάνουν πάρτι) για ν’ ανεβεί στον παράδεισο της συνύπαρξης με όλους τους ανθρώπους και με όλα τα όντα!
«Η αγάπη αυτή δεν έχει όρια· δεν ερωτά: ποιος είναι άξιος και ποιος δεν είναι; αλλ’ αγαπά τους πάντες: αγαπά φίλους και εχθρούς, αγαπά αμαρτωλούς και κακούργους, δεν αγαπά όμως τις αμαρτίες τους και τα εγκλήματά τους· ευλογεί εκείνους που καταριούνται και ως ήλιος φωτίζει και τους πονηρούς και του αγαθούς (Ματθ. 5, 45-46). […] Η αγάπη του Χριστού είναι πάντοτε παν-αγάπη» (άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, καθηγητής του πανεπιστημίου Βελιγραδίου (Σερβία), 1894-1979).
Και ποια είναι η θέση του Χριστού σ’ αυτή την ιστορία; Το λέει ένας από τους πιο άγιους μοναχούς που έζησαν στο Αιγαίο τα τελευταία χρόνια, ο γέρονταςΑμφιλόχιος Μακρής της Πάτμου:
«Αγάπησε τον Ένα για να σε αγαπήσουν όλοι. Θα σε αγαπούν όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά και τα ζώα, διότι βγαίνοντας η Θεία Χάρη προς τα έξω ηλεκτρίζει και μαγνητίζει ό,τι βρει μπροστά της. Αλλά όχι μόνο θα σε αγαπούν, θα σε σέβονται κιόλας, διότι στο πρόσωπο το δικό σου θα εικονίζεται το αγνό παρθενικό πρόσωπο εκείνου που θ’ αγαπάς και θα λατρεύεις».
Και ο μεγάλος Ρώσος άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ λέει:
«Βρες την ειρήνη και χιλιάδες άνθρωποι θα ειρηνεύσουν μαζί σου».
Στον κόσμο τους
Οι μοναχοί ζουν στον κόσμο τους, που είναι διαφορετικός από τον κοινό κόσμο. Αυτό φαίνεται καθαρά από τις έντονες ή και σκληρές αντιδράσεις της οικογένειας, που κάποιο μέλος της, γιος ή κόρη, ανακοινώνει την απόφαση να γίνει μοναχός ή μοναχή. Η οικογένεια βυθίζεται στο πένθος, τον εκβιάζουν συναισθηματικά («αν το κάνεις, θα πεθάνω» κ.τ.λ.), του μιλούν βίαια, τον κυνηγούν στα μοναστήρια, όπου πιθανόν έχει καταφύγει για να γλιτώσει από τον ψυχολογικό πόλεμο, σέρνουν το θέμα στα ΜΜΕ συκοφαντώντας τα μοναστήρια ότι κάνουν δήθεν πλύση εγκεφάλου, «προσηλυτισμό» κ.τ.λ.!…
Φυσικά υπάρχουν κι εξαιρέσεις, αλλά και οι αντιδράσεις δε γίνονται όλες σε όλες τις περιπτώσεις. Ο κανόνας όμως είναι κάπως έτσι.
Άρα ο μοναχός έχει ξεφύγει από τον κόσμο. Έχουν δίκιο οι δικοί του να πολεμούν τόσο την απόφασή του; Όχι, γιατί η επιλογή του –εκτός από το ότι είναι δική του, άρα πρέπει να γίνει σεβαστή– είναι μια επιλογή που οδηγεί στην αγιότητα, στην αιώνια ζωή, στο Φως, στο Χριστό, το Θεό. Κατά καιρούς έχουν υπάρξει και υπάρχουν κακοί καλόγεροι ή ακόμη και διεστραμμένοι, που όντως κάνουν πλύση εγκεφάλου και προσηλυτισμό. Αυτό είναι μια πληγή στο σώμα της Εκκλησίας, που έχει επισημανθεί πάρα πολλές φορές από τους πραγματικά σοφούς και συνετούς (και αγίους) μοναχούς. Όμως ο τρόπος, με τον οποίο γίνεται κάποιος μοναχός στην Ορθοδοξία, είναι τέτοιος, που (όταν λειτουργεί σωστά), προστατεύει τον άνθρωπο από το να χάσει το δρόμο του! Γι’ αυτό, το σωστό είναι όλα να γίνονται με αγάπη, όχι με φόβο – οι δικοί του και οι φίλοι του να του συμπαραστέκονται, όχι να τον πολεμούν και να τον πληγώνουν.
Οι μοναχοί λοιπόν ζουν στον κόσμο τους, όπως και πολλοί έφηβοι ζουν στον κόσμο τους και ο κόσμος δεν τους αποδέχεται. Ο μοναχός γίνεται ξένος προς τον κόσμο, όχι γιατί «μισεί τον κόσμο», αλλά για να μάθει να αγαπάει όλο τον κόσμο. Έτσι, μετατρέπει την απόρριψή του από τον κόσμο σε αγάπη για τον κόσμο και τελικά σε ένωση με τον κόσμο (όχι όμως με την κακία του κόσμου, που αυτήν ναι, τη «μισεί», δε μισεί όμως τους κακούς, που αυτούς τους αγαπά – αλλά διαχωρίζει τον άνθρωπο από τις πράξεις του, όπως διδάσκουν οι άγιοι διδάσκαλοι της Ορθοδοξίας) και σε σωτηρία του κόσμου, που είναι η συνέπεια της δικής του σωτηρίας, δηλαδή της κάθαρσης της καρδιάς του.
Τι περιέχει ο κόσμος των μοναχών;
Η απάντηση σε μία πρόταση είναι: περιέχει ένα προσεχτικό και μεθοδικό αγώνα για να καθαριστεί η πνευματική καρδιά του ανθρώπου από τα πάθη και να εγκατασταθεί μέσα της η αγνή, ακατανίκητη και ανιδιοτελής αγάπη προς το Θεό, τους ανθρώπους και όλα τα όντα.
Μήπως κάποιος νομίζει ότι δε χρειάζεται ένα τέτοιο αγώνα, γιατί ήδη «τους αγαπάει όλους»; Αυτό θα το διαπιστώσει, αν είναι σε θέση να βλάψει τα συμφέροντά του για χάρη του συνανθρώπου του και να συγχωρήσει τον εχθρό του, εκείνον που προσπαθεί να του κάνει (ή του έχει ήδη κάνει) κακό, βάζοντας πάνω απ’ όλα τον αδελφό του (το συνάνθρωπό του), όποιος κι αν είναι, ό,τι κι αν έχει κάνει, ό,τι κι αν του έχει κάνει! Και αυτό είναι εύκολο να το λες, αλλά για να το πράξεις (απλά για να το θελήσεις) χρειάζεται αγώνας.
Να μερικά χριστιανικά λόγια, που οι άγιοι και πολλοί χριστιανοί τα κάνουν πράξη, αλλά πολύς κόσμος θυμώνει φοβερά όταν τ’ ακούει, γιατί δεν τα αντέχει:
«Ακούσατε ότι ειπώθηκε στους προγόνους σας “θα αγαπήσεις τον πλησίον σου και θα μισήσεις τον εχθρό σου”. Εγώ όμως σας λέω, αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευλογείτε εκείνους που σας καταριούνται, κάντε καλό σ’ εκείνους που σας μισούν και προσεύχεστε υπέρ εκείνων που σας βρίζουν και σας καταδιώκουν. Έτσι θα γίνετε παιδιά του Πατέρα σας του εν τοις ουρανοίς, που ανατέλλει τον ήλιο Του σε πονηρούς και αγαθούς και βρέχει σε δίκαιους και άδικούς. Γιατί, αν αγαπάτε εκείνους που σας αγαπούν, τι καλό κάνετε; Αυτό δεν κάνουν κι οι τελώνες; Κι αν χαιρετάτε μόνο τους φίλους σας, τι ιδιαίτερο κάνετε; Αυτό δεν κάνουν κι οι τελώνες; Εσείς όμως να είστε τέλειοι, όπως κι ο Πατέρας σας είναι τέλειος» (Ιησούς Χριστός, στο κατά Ματθαίον 5, 43-48).
«Άνθρωπε, γιατί μισείς τον αμαρτωλό; Τις αμαρτίες του να μισείς και να προσεύχεσαι γι’ αυτόν, για να γίνεις μιμητής του Χριστού, που δεν αγανακτούσε κατά των αμαρτωλών, αλλά προσευχόταν υπέρ αυτών. Δε βλέπεις πώς έκλαψε υπέρ της Ιερουσαλήμ; Ή μήπως κι εμείς σε πολλά δεν ξεγελιόμαστε απ’ το διάβολο; Γιατί λοιπόν να μισούμε εκείνον, που ξεγελάστηκε από τον εχθρό, όπως κι εμείς; Γιατί, άνθρωπε, μισείς τον αμαρτωλό; Μήπως τάχα γιατί δεν είναι δίκαιος, σαν εσένα; Και πού είναι η δικαιοσύνη σου, αν δεν έχεις αγάπη; Γιατί δεν κλαις μάλλον γι’ αυτόν, αλλά τον καταδιώκεις; Υπάρχουν μερικοί, που από την ανοησία τους οργίζονται, νομίζοντας πως είναι διακριτικοί στα έργα των αμαρτωλών…» (άγιος Ισαάκ ο Σύρος (=Σύριος), 7ος αιώνας μ.Χ., Λόγοι).
«Η ψυχή δεν μπορεί να έχει ειρήνη, αν δεν προσεύχεται για τους εχθρούς. Χωρίς τη χάρη του Θεού, δε μπορούμε ν’ αγαπούμε τους εχθρούς μας. Το Άγιο Πνεύμα όμως εμπνέει την αγάπη, και τότε η ψυχή λυπάται ακόμη και τους δαίμονες… Σας ικετεύω, δοκιμάστε. Αν κάποιος σας προσβάλει ή σας ατιμάσει ή σας πάρει κάτι από τα υπάρχοντά σας ή και αν καταδιώκει την Εκκλησία ακόμη, προσευχηθείτε στον Κύριο λέγοντας: “Κύριε, όλοι είμαστε πλάσματά Σου. Λυπήσου τους πλανημένους δούλους Σου και κάλεσέ τους σε μετάνοια”… Αν δεν έχεις αγάπη, τουλάχιστον μην τους διαβάλλεις και μην τους καταριέσαι - και τότε καλύτερο θα είναι. Αν όμως κάποιος σκέφτεται το κακό για τους εχθρούς του, σημαίνει μάλλον πως κάποιο πονηρό πνεύμα εισήλθε στην καρδιά του και της φέρνει κακούς λογισμούς» (άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, 1866-1938).
Ο κόσμος, είπαμε, θυμώνει πολύ όταν ακούει τέτοια λόγια, γιατί δεν τ’ αντέχει. Ε λοιπόν, σκοπός τού να γίνει κάποιος μοναχός, είναι να μάθει όχι μόνο να τα αντέχει, αλλά και να τα κάνει πράξη! Αυτό τον λυτρώνει· αυτό λυτρώνει και τους ανθρώπους γύρω του· αυτό τον ενώνει με το Χριστό και με όλους τους ανθρώπους και όλα τα πλάσματα· αυτό είναι όλο.
Σύγχρονος αγιορείτης ασκητής (από εδώ) |
Πού το πάω;
Αυτά που γράφω για τους μοναχούς, δεν εννοούν καθόλου ότι σε προσκαλώ να γίνεις μοναχός. Πολλοί άνθρωποι, και σήμερα αλλά και στις παλιές εποχές, βρήκαν αυτή την ειρήνη, αυτό το φως και την αγάπη, στο σπίτι τους, κάνοντας οικογένεια και έχοντας τις καθημερινές τους ασχολίες. Επειδή όμως οι μοναχοί έχουν μετατρέψει αυτή την αναζήτηση σε επιστήμη, η μελέτη της σοφίας τους ή έστω μερικές γνώσεις για τους τρόπους τους, πιστεύω πως θα συναντήσουν και θ’ απαντήσουν τις ανησυχίες σου. Άλλωστε και οι μαυροντυμένοι έφηβοι είναι κι αυτοί μοναχοί – και οι μοναχοί δεν είναι μόνοι, δε ζουν μόνοι, αλλά σε κοινωνίες (μοναστήρια), μέσα στις οποίες εξασκούνται στο να αγαπούν. Ονομάζονται «μοναχοί» επειδή δεν έχουν σύζυγο, όχι επειδή «ζουν μόνοι τους». Δε ζουν μόνοι τους· μόνο οι πιο προχωρημένοι και άγιοι μπορεί να απομονώνονται, για να προσεύχονται με απόλυτη ησυχία για όλο τον κόσμο. Άλλωστε όλοι οι άνθρωποι κάποιες στιγμές απομονωνόμαστε, και μάλιστα εκείνοι στην ουσία δεν απομονώνονται ποτέ, γιατί η προσευχή τους τούς ενώνει με όλους τους ανθρώπους, και (ή μάλλον επειδή τους ενώνει πρώτα απ’ όλα) με τον Άνθρωπο που αγάπησε πιο πολύ από τον καθένα, τον Ιησού Χριστό. Αυτή είναι και η διαφορά της προσευχής από τη γιόγκα και το διαλογισμό κάθε είδους.
Μοναχοί των μπαρ και των σκοτεινών δρόμων, και μοναχοί των μοναστηριών: δυο παράλληλοι δρόμοι, από ανθρώπους ζωντανούς και ζεστούς, με φλεγόμενη καρδιά, που αναζητούν τους ίδιους θησαυρούς, τους μεγαλύτερους θησαυρούς του σύμπαντος. Πολλοί μοναχοί των μοναστηριών ήταν προηγουμένως μοναχοί των δρόμων. Και βρήκαν αυτό που ήθελαν, αυτό που τους ενώνει με όλους και με όλα και θεραπεύει τις πληγές που μένουν μέσα στην κοινωνία ανοιχτές.
Παίξε όπως είσαι!
Τι να κάνω τώρα; Να αρχίσω να πηγαίνω εκκλησία; Να εξομολογούμαι; Να μεταλαβαίνω κ.τ.λ.;
Ας πούμε ότι, γι’ αρχή, ναι, είναι τόσο απλό. Για τη σημασία αυτού του πράγματος δες το άρθρο «Συνεργείο διάσωσης και επισκευών».
Είπες πως είσαι άθεος; Δεν «πιστεύεις στο Θεό»; Δεν πειράζει. Πολλοί απ’ αυτούςήταν άθεοι. Εκείνος τους δέχεται όλους, άσχετα αν «Τον πιστεύουν» ή όχι.
Έχεις κάνει πράγματα, για τα οποία ντρέπεσαι; Το ίδιο και πολλοί απ’ αυτούς και, σε κάποιο βαθμό, όλοι οι άνθρωποι. Άλλωστε, γι’ αυτό μας καλεί, για να γιατρέψει την ψυχή μας από το βάρος των κακών μας πράξεων, όσο κακές κι αν είναι:
«Θυμάμαι τι μου συνέβη, όταν για πρώτη φορά με αληθινή συντριβή για τις αμαρτίες μου πήγα για εξομολόγηση. Όλη η ζωή που έζησα ορθώθηκε μπροστά μου ως αδικία από την αρχή ώς το τέλος. Όταν συνάντησα τον ιερέα, δεν μπορούσα να μιλήσω καθόλου από τη θλίψη, τα δάκρυα, τον καρδιακό πόνο, αλλά μόνον έκλαιγα.»Και πιστέψτε με, πριν ακόμη αρχίσω να μιλώ για τις αμαρτίες μου, ο Ίδιος ο Κύριος “εξήλθε προς συνάντησίν μου” και έπεσε στον τράχηλό μου και με καταφίλησε, και ήμουν γι’ Αυτόν αγαπητός, χωρίς να περιμένει από μένα πότε θα πω “συγχώρησον”, όπως και στην παραβολή ο άσωτος είπε “Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν Σου”, όταν ήδη ο Πατέρας τον δέχτηκε στην αγκαλιά Του.»Κατηγορούσα τον εαυτό μου για όλα. Ο Κύριος όμως δεν πρόφερε ούτε ένα λόγο μομφής· μόνο χαιρόταν “ότι ο υιός αυτός απολωλώς ην και ευρέθη, νεκρός ην και ανέστη”. Τι νύχτα ήταν εκείνη! Μου είναι αδύνατο να τη διηγηθώ. Πόσο μας αγαπά ο Κύριος!» (άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ, 1896-1993).
Μήπως είσαι βαμμένος, χτενισμένος και ντυμένος έτσι, που νομίζεις πως δεν είσαι καλοδεχούμενος στην εκκλησία; Έλα όπως είσαι, γιατί σημασία έχει η καρδιά σου, όχι η εμφάνισή σου· η καρδιά σου, που ίσως είναι οργισμένη ή πονεμένη, όπως οι καρδιές πολλών από εκείνους που ξεκίνησαν βάφοντας το πρόσωπό τους σα νεκροκεφαλή, πέρασαν μέσα απ’ τον Άδη της αγάπης και κατέληξαν στην ανάσταση του παραδείσου –εννοώ φυσικά ξεκινώντας εδώ, στη γη, όχι «μετά θάνατον». Ο παράδεισος αυτός βέβαια, σύμφωνα με τη διδασκαλία του Χριστού και τις εμπειρίες των χριστιανών, αρχίζει εδώ και συνεχίζεται μετά θάνατον. Πολλοί έχουν ξεκινήσει για να τον πλησιάσουν από πολύ μακριά, από διάφορους δρόμους, ίσως όμοιους με τους δικούς σου (και σχετικά βίντεο). Ή και ακόμα πιο μακριά, «από το σκοτάδι του μίσους».
Αν ένας Ινδιάνος έγινε δεκτός με χαρά στην Ορθοδοξία χωρίς ν’ απαρνηθεί τα έθιμα των προγόνων του (όπως και χιλιάδες άλλοι Ινδιάνοι), παρά μόνο ό,τι ερχόταν σε αντίθεση με την αγάπη του Χριστού, αν κανίβαλοι έγιναν δεκτοί,σταματώντας βέβαια τον κανιβαλισμό, όπως και Αφροαμερικάνοι, μέλη συμμοριών και φυλακισμένοι [1], δεν υπάρχει κανείς που να μοιάζει έτσι, ώστε να μην τον δεχτεί ο Χριστός, να μην τον δεχτεί η Ορθοδοξία, να μην τον δεχτώ και να μην τον χαιρετίσω σαν αδερφό εγώ, ο ορθόδοξος χριστιανός.
Ελπίζω μόνο να είναι ειλικρινής· τότε θα μπορέσει ν’ αρχίσει τον αγώνα, που θα τον οδηγήσει σε αυτό που ψάχνει.
Γιατί, να μην ξεχάσω να το ξαναπώ, ο Χριστός υποσχέθηκε αγώνα, όχι άνεση· πρώτα σταυρό (το σταυρό της αγάπης και της μετάνοιας), και μετά ανάσταση· προσπάθεια που συχνά ακροβατεί στα χείλη της αβύσσου, όχι την ξεκούραστη ασφάλεια κάποιου καναπέ. Αλλιώς, η υπόσχεσή του θα ήταν ψεύτικη και αυτό που θα πρόσφερε δε θα είχε καμιά αξία.
Άλλος είναι αυτός που «προσφέρει» ανέσεις, απολαύσεις και δύναμη χωρίς κόπο, χωρίς μετάνοια, χωρίς αγάπη, όχι ο Χριστός. Ο Ίδιος ο Χριστός αρνήθηκε αυτές τις «προσφορές», όταν Του τις έδειξε ο εχθρός (ο διάβολος) – η ιστορία είναι γραμμένη στα ευαγγέλια, π.χ. κατά Ματθαίον, κεφ. 4, 1-11.
Νομίζω πως είπαμε ήδη πολλά. Η συνέχεια θα δοθεί με έρευνα και μελέτη για όποιον αναζητά με ειλικρίνεια και πάθος τη ζωή και το Φως και δεν του αρέσει καθόλου ο θάνατος και το σκοτάδι, και, ακόμη κι αν έχει μπλεχτεί στα δίχτυα τους, θέλει να βγει. Για όποιον είναι στ’ αλήθεια έξω από το κατεστημένο ή και αντίπαλος του κατεστημένου. Για όποιον το θέλει και τολμάει να κάνει το πρώτο βήμα. Δεν είναι μόνος. Δεν είσαι μόνος.
Για τον ενδιαφερόμενο, μια μικρή βιβλιοθήκη:
Μανώλη Μελινού, Πείρα Πατέρων (σειρά αναφερόμενη στη σοφία των σύγχρονων Αγιορειτών μοναχών και ερημιτών). Βλ. και εδώ.
Ιερομόναχου Δαμασκηνού, π. Σεραφείμ Ρόουζ, Η ζωή και τα έργα του, εκδ. Μυριόβιβλος (πώς ένας σύγχρονος Αμερικάνος, άθεος και αμαρτωλός, κατέληξε ορθόδοξος ασκητής και άγιος στα δάση της Καλιφόρνιας).
Κυριάκου Μαρκίδη, καθηγητή κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μέην (ΗΠΑ),Τριλογία: Ταξίδι με τον λέοντα, Το Όρος της σιωπής, Δώρα της ερήμου, εκδ. Διόπτρα.
Διονυσίου Φαρασιώτη, Οι γκουρού, ο νέος και ο γέροντας Παΐσιος, εκδ. Παναγόπουλος (η περιπέτεια ενός νέου από την Ορθοδοξία στον Ινδουισμό και η κατάληξή της).
Γέροντα Σωφρόνιου Σαχάρωφ, Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, έκδ. Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας.
π. Πήτερ Γκίλκουιστ, Καλώς ήρθατε στο σπίτι σας, εκδ. Ακρίτας (2000 άνθρωποι ερεύνησαν για την αυθεντική και πρωταρχική μορφή του χριστιανισμού και για το αν υπάρχει πουθενά σήμερα).
Πέτρου Μπότση (μετάφραση-επιμέλεια), Η Θηβαΐδα του Βορρά (μεγάλοι ασκητές στα ρωσικά δάση ζουν την περιπέτεια της αγιότητας τους τελευταίους αιώνες).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου