Δευτέρα 24 Ιουνίου 2013

Απορίες για τις Υποστάσεις τής Αγίας Τριάδος

1. ΠΩΣ ΕΡΜΗΝΕΥΕΙΣ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΤΟΝ ΣΥΛΛΑΒΟΥΝ, ΠΡΟΣΕΥΧΟΤΑΝ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΘΕΟ; ΑΦΟΥ ΗΤΑΝ ΕΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ, ΑΦΟΥ ΗΤΑΝ ΚΑΙ Ο ΙΔΙΟΣ ΘΕΟΣ. ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΑ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΤΙ ΠΡΟΣΕΥΧΟΤΑΝ ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΟΜΩΣ... ΚΑΙ ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΧΑΣΕ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ;
ΚΑΙ ΑΦΟΥ Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ, ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΡΕΙΣ, ΠΟΥ ΠΡΟΣΕΥΧΟΤΑΝ; ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ; ΔΙΟΤΙ ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ ΜΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΑΛΛΑ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΣΥΝΕΠΩΣ ΚΑΙ ΘΕΟΣ. ΚΑΙ ΑΦΟΥ ΗΤΑΝ ΟΜΟΟΥΣΙΟΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΕΝΩΜΕΝΟΣ ΚΑΤΑ ΠΑΝΤΑ ΜΕ ΑΥΤΟΝ, ΠΟΥ ΠΡΟΣΕΥΧΟΤΑΝ; ΞΕΧΑΣΕ ΜΗΠΩΣ ΟΤΙ ΗΤΑΝ ΘΕΟΣ; ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ;
ΕΝΙΩΘΕ ΦΟΒΟ ΕΝΩ ΗΞΕΡΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ; ΕΝΙΩΘΕ ΦΟΒΟ ΕΝΩ Ο ΙΔΙΟΣ ΗΤΑΝ ΘΕΟΣ; Η ΔΙΑΧΩΡΙΣΕ ΤΗΝ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ; ΚΑΙ ΑΝ ΥΠΟΘΕΤΙΚΑ ΕΚΑΝΕ ΑΥΤΟ, ΔΕΝ ΑΥΤΟΑΚΥΡΩΝΕΤΑΙ ΤΟ «ΟΜΟΟΥΣΙΟΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ»; Η ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΛΛΟΤΕ ΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙ ΩΣ ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΤΕ ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ; ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ;
Αν προσέξεις, δεν προσευχόταν στην Αγία Τριάδα, αλλά στον Πατέρα! Το κάθε πρόσωπο της Αγίας Τριάδος είναι ξεχωριστό και σαφώς διακεκριμένο πρόσωπο από τα άλλα. Όπως εγώ και ο γιος μου είμαστε μία ουσία κατά την ανθρώπινη φύση μας αλλά άλλος είναι ο γιος μου και άλλος εγώ, το ίδιο συμβαίνει και με τον Υιό και τον Πατέρα. Έχουν και οι δύο την ίδια ουσία της Θεότητας, όμως είναι διαφορετικά πρόσωπα. Όταν λέμε: «Τριάδα Ομοούσιος και αχώριστος», το λέμε για την ουσία, και όχι για τα πρόσωπα. Δεν λέμε: «ομοπρόσωπος», αλλά «ομοούσιος». Σε κάθε νοήμονα ύπαρξη, και σ’ εμάς, κάνουμε διάκριση στο «πρόσωπο» που είναι πάντοτε διαφορετικό, και στην «ουσία» που μπορεί να είναι κοινή. Όταν λέμε τη λέξη: «Τριάδα», εννοούμε την ΟΥΣΙΑ
Επίσης, είναι καλό να θυμόμαστε ότι ο Υιός κατά την θεϊκή του φύση δεν χρειάζεται να προσευχηθεί, ως παντοδύναμος και παντογνώστης. Όμως κατά την ανθρώπινη είχε όλα τα ανθρώπινα αδιάβλητα πάθη, και η ανθρώπινη φύση δεν είναιπαντογνώστης.
Γράφει επ' αυτού ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: "Η άγνοια είναι δύο ειδών: η διαβαλλομένη και η αδιάβλητη, και η πρώτη (εξαρτώμενη) από εμάς, ενώ η δεύτερη όχι (εξαρτώμενη) από εμάς. Και η μεν διαβαλλομένη και από εμάς εξαρτώμενη είναι η άγνοια σχετικά με την αρετή και την ευσέβεια. Η δε αδιάβλητη και μη εξαρτώμενη από εμάς, όσα, αν και θέλουμε να γνωρίζουμε, δεν τα γνωρίζουμε, δηλαδή αυτά που γίνονται μακριά και αυτά που πρόκειται να γίνουν. Αν, λοιπόν, στους αγίους προφήτες γίνονταν γνωστά, με την (θεία) Χάρη, τα μακρινά και όχι (εξαρτώμενα) από εμάς (να γνωρίζουμε), πόσο μάλλον δεν γνώριζε τα πάντα ο Υιός του Θεού, και δια Αυτού η ανθρώπινη φύση, όχι κατά φύση, αλλά εξαιτίας της ένωσης (της ανθρωπίνης φύσεως) προς τον Λόγο; Επειδή, όπως ακριβώς ο πυρακτωμένος σίδηρος έχει όλα τα ιδιώματα της φωτιάς - διότι φωτίζει και καίει - αν και δεν είναι κατά φύση φωτιά, αλλά σίδηρος, έτσι και η ανθρώπινη φύση του Κυρίου, επειδή μεν ενώθηκε με τον Λόγο, γνώριζε τα πάντα, και αυτά τα θεοπρεπή έδειχνε στον εαυτόν (Του), αλλά σαν να μην ενώθηκε η ανθρώπινη φύση στον Εαυτόν Του, λέγεται ότι (αυτή) αγνοεί". (Κείμενο: "Διπλή τις εστιν άγνοια· η μεν διαβαλλομένη, η δε, αδιάβλητος· και η μεν εφ ημίν εστιν, η δε, ουκ εφ ημίν. Και η μεν διαβαλλομένη και εφ ημίν, η περί την αρετήν και ευσέβεια άγνοια· η δε αδιάβλητος και ουκ εφ ημίν εστιν, όσα θελόντων ημών γινώσκειν ου γινώσκομεν· οίον τα πόω γινόμενα, τα μέλλοντα γίνεσθαι. Ει ουν εν τοις αγίοις προφήταις διεγινώσκετο τα πόρω και ουκ εφ ημίν, χάριτι, πως ουχί μάλλον πάντα ηπίστατο ο Υιος του Θεού, και δι αυτού το ανθρώπινον, ου φύσει, αλλ ενώσει τη προς τον Λόγον; Ώσπερ γαρ σίδηρος πεπυρακτωμένος, πάντα τα ιδιώματα του πυρός έχει· φωτίζει γαρ και καίει· ου μην φύσει εστί πυρ, αλλά σίδηρος· ούτω και το ανθρώπινον του Κυρίου, καθό μεν ηνώθη τω Λόγω, πάντα ηπίστατο, και τα θεοπρεπή ταύτα εν εαυτώ διεδείκνυτο· καθό δε φύσις ανθρωπεία εν αυτώ ουχ ήνωτο, λέγεται αγνοείν").
Ο δε άγιος Αθανάσιος, για το ίδιο θέμα, για την ανθρώπινη γνώση τού Κυρίου, γράφει τα εξής: "Ως μεν Λόγος γινώσκει, ως δε άνθρωπος αγνοεί. Ανθρώπου γαρ ίδιον το αγνοείν... Ουκ είρηκεν "Ουδέ ο Υιός του Θεού οίδεν", ίνα μη η θεότης αγνοούσαν φαίνηται, αλλ' απλώς "Ουδέ ο Υιός", ίνα του εξ ανθρώπων γενομένου Υιού η άγνοια ή. Δια τούτο και περί αγγέλων λέγων, ουκ είρηκεν επαναβαίνων, ότι ουδέ το Πνεύμα το Άγιον, αλλ' εσιώπησε δεικνύς κατά τα δύο ταύτα ότι ει το Πνεύμα οίδε, πολλώ μάλλον ο Λόγος, ή Λόγος εστιν, οίδε παρ' ου και το Πνεύμα λαμβάνει και ότι περί του Πνεύματος σιωπήσας, φανερόν πεποίηκεν, ότι περί της ανθρωπίνης αυτού λειτουργίας έλεγεν, "ουδέ ο Υιός".(Άγιος Αθανάσιος Λόγος Γ΄ Κατά Αρειανών).
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήταν και Θεός. Όμως δεν φανέρωνε πάντοτε όλη την δύναμη και την παντογνωσία της Θεότητας. Γι’ αυτό ο Παύλος λέει: «εαυτόν εκένωσε, λαβών δούλου μορφήν…» Δεν κένωσε τον εαυτό του από τη Θεότητα, αλλά από τη δόξα και τη δύναμή Του.
Κάτι ακόμα: Ίσως αναρωτιέσαι: Αν είναι τρία πρόσωπα, πώς λέμε: «ένας Θεός;» Αυτό βέβαια σου εξήγησα ότι αναφέρεται στη μία και κοινή τους ουσία, (η λέξη «ουσία» βγαίνει από το: «ων» (-ούσα- ουσία-), και το «ων» σημαίνει: «είναι» ή στα Εβραϊκά: «Γιαχβέ»). Όμως πρέπει να θυμάσαι και κάτι ακόμα: Οι αριθμοί, έχουν νόημα μόνο στον υλικό κόσμο. Εδώ τα πάντα διαιρούνται σε αριθμούς. Ο Θεός όμως είναι έξω από τον χώρο και το χρόνο. Συνεπώς, ο αριθμός ένα και ο αριθμός τρία, «εκεί», δεν έχουν παρόμοια έννοια. Για παράδειγμα, εμείς οι δύο, μπορούμε να είμαστε, εγώ στη Ελλάδα και εσύ στην Ινδία. Δεν είμαστε παντού! Όμως ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, δεν περιορίζονται από το χώρο. ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΥ! Όπου είναι ο Πατέρας, είναι και ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Και ενώ είναι τρεις κατά τα πρόσωπα, δεν μπορούν να διακριθούν κατά τον αριθμό! Γιατί οι αριθμοί δεν έχουν έννοια στην άκτιστη κατάστασή τους!
Θα σου δώσω ένα παράδειγμα ακόμα και από τον υλικό κόσμο. Όμως να θυμάσαι, ότι όλα αυτά είναι μόνο παραδείγματα. Ο Θεός δεν μοιάζει με τίποτα κτιστό:
Όταν κάνεις ηλιοθεραπεία στην παραλία, λές: «Με έκαψε ο ήλιος». Όμως δεν κατέβηκε ποτέ το ουράνιο σώμα που λέμε ήλιο να σε κάψει! Σε έκαψε το «φως» του ήλιου. Αυτό κατέβηκε, και όχι η ηλιακή σφαίρα! Και στην πραγματικότητα, το φως του ήλιου γεννιέται από το ουράνιο αυτό σώμα, όπως ο Υιός γεννιέται από τον Πατέρα «προαιωνίως» (δηλαδή εκτός χρόνου). Το φως αυτό, αν και είναι κάτι διαφορετικό από τον ήλιο, το λέμε και αυτό: «ήλιο»! Είναι ήλιος, γιατί ήλιος χωρίς φως, δεν είναι ήλιος! Ομοίως και Πατέρας χωρίς Υιό δεν είναι Πατέρας! Όμως στην πραγματικότητα, δεν σε έκαψε ούτε το φως του ήλιου. Σε έκαψε η θερμότητα του φωτός του ήλιου! (Ας το πούμε: Άγιο Πνεύμα). Και η θερμότητα αυτή, εκπορεύεται και αυτή από τον ήλιο, και δίνεται από το φως. Και είναι και αυτή η θερμότητα «ήλιος», γιατί «ήλιος» χωρίς θερμότητα δεν είναι «ήλιος». Παρ’ όλα αυτά, και ο ηλιακός δίσκος, και το φως, και η θερμότητα, είναι τρία διαφορετικά πράγματα, αν και είναι και τα τρία, ένα: «ο ήλιος»! Και όπως όταν λέμε «Ήλιος» εννοούμε κυρίως τον Ηλιακό δίσκο, έτσι όταν λέμε: «Θεός», εννοούμε κυρίως το πρόσωπο του Πατέρα, που είναι η αιτία του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, όπως ο Ήλιος του φωτός και της θερμότητας.
2. ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΛΕΜΕ, ΟΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΑΣΤΗΣΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ; ΑΦΟΥ ΥΙΟΣ ΚΑΙ ΠΑΤΗΡ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ;
Ο Χριστός ως Θεός δεν πέθανε ποτέ. Ο Θεός είναι εκτός χρόνου. Συνεπώς σε μια άχρονη «κατάσταση», δεν υπάρχει χρονικό διάστημα κατά το οποίο να μην υπήρχε. Αυτό που πέθανε από το Χριστό, ήταν ό,τι μπορούσε να πεθάνει: Η ανθρώπινη φύση του μόνο. Αυτή πέθανε, και αυτή αναστήθηκε από τον Τριαδικό Θεό. Σε άλλα σημεία της Αγίας Γραφής λέει: «ο Πατήρ ανέστησεν αυτόν». Σε άλλο λέει ο ίδιος ο Χριστός για το σώμα του: «Γκρεμίστε τον ναό τούτο, και σε τρεις ημέρες θα τον ξαναστήσω». Ποιος θα τον «ξαναστήσει»; Μιλάει σε πρώτο πρόσωπο. «Εγώ» θα τον ξαναστήσω! Λέει. Συνεπώς, όχι μόνο ο Πατέρας, αλλά μαζί και ο Υιός, και φυσικά «το Πνεύμα το Άγιο το ζωοποιόν» ανέστησαν το νεκρό ανθρώπινο σώμα του. Γιατί εκτός από την αθάνατη θεότητά Του, ούτε η ψυχή του πέθανε! Κατέβηκε στον Άδη, για να αναστήσει τους προ Χριστού νεκρούς στην πρώτη ανάσταση.
3. ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΛΕΜΕ, ΟΤΙ ΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΥΙΟ ΤΟΥ (Ο ΘΕΟΣ) ΔΙΟΤΙ ΤΟΣΟ ΠΟΛΥ ΑΓΑΠΗΣΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ; ΔΗΛΑΔΗ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΚΑΤΙ ΔΙΝΕΙ, ΚΑΤΙ ΕΧΕΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΟΡΙΖΕΙ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΑΖΕΙ (ΑΡΑ Ο ΠΑΤΗΡ ΟΡΙΖΕΙ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΟΝ ΥΙΟ; ΩΣΤΕ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΝΑ ΤΟΝ ΘΥΣΙΑΣΕΙ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ);
Φυσικά η απόφαση δεν ήταν μονομερής! Και τα τρία πρόσωπα ως Παντογνώστες και «ομόγνωμοι» ήταν της ιδίας γνώμης. Και η εξουσία των τριών προσώπων της Θεότητας ήταν επί του ανθρώπου Ιησού Χριστού, που κατά την ανθρώπινη φύση του ήταν ΚΤΙΣΤΟΣ. Ο Υιός είναι άκτιστος μόνο κατά τη Θεϊκή του φύση. Και κάθε κτίσμα ανήκει στον Θεό.
4. ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΛΕΜΕ ΟΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΑΓΑΠΗΣΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ, ΚΑΙ ΓΙ ΑΥΤΟ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ <Ο ΙΔΙΟΣ> ΚΑΙ ΕΓΙΝΕ ΘΥΣΙΑ <Ο ΙΔΙΟΣ> ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ; ΔΙΟΤΙ ΟΤΑΝ ΛΕΜΕ ΟΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΥΙΟ ΤΟΥ, ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΟΤΙ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΠΑΤΕΡΑ ΘΕΟ ΚΑΙ ΑΠΛΩΣ ΥΙΟ ΠΟΥ ΥΠΟΚΕΙΤΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ, ΩΣΤΕ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΝΑ ΣΤΕΙΛΕΙ ΤΟΝ ΥΙΟ, ΕΣΤΩ ΚΙ ΑΝ ΑΥΤΟΣ ΣΥΜΦΩΝΕΙ!
Η διαφοροποίηση δεν γίνεται λόγω του ότι συμφωνεί ή όχι. Γίνεται στο ότι δεν ήρθε στη γη η Αγία Τριάδα, αλλά μόνο το ένααπό τα τρία πρόσωπα της Θεότητας. Μάλιστα συχνά λέμε ότι «ο Θεός έγινε άνθρωπος». Όμως δεν εννοούμε εδώ την Αγία Τριάδα, αλλά μόνο τον Υιό, που είναι και αυτός «Θεός». Όπως όταν λέμε: «με έκαψε ο ήλιος», δεν εννοούμε το αστέρι, αλλά μόνο το φως του, αν και ο κατ’ εξοχήν ήλιος μας, είναι το Αστέρι μας. Έτσι, όπως είπαμε και πριν, όταν λέμε «Θεός», δεν εννοούμε  την ουσία της Αγίας Τριάδος, αλλά το πρόσωπο του Πατρός, από τον οποίο γεννάται ο Υιός, και εκπορεύεται το Άγιο Πνεύμα.
Λέμε λοιπόν ότι «ο Θεός έστειλε τον γιο Του», εννοώντας ότι ο Πατέρας έστειλε τον Γιο Του. Δεν ήρθε εδώ ο Πατέρας, ούτε σαρκώθηκε το Άγιο Πνεύμα. Μόνο ο Υιός.
5. ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΛΕΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΣΤΟΝ ΘΕΟ: «ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΟΠΩΣ ΘΕΛΩ ΕΓΩ, ΑΛΛΑ ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΟΥ ΘΕΛΗΜΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙ».
Α) ΔΕΝ ΗΞΕΡΕ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ; (ΚΑΘΩΣ Ο ΙΔΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΘΕΟΣ);
Ήξερε και το θέλημα του Πατέρα του, αλλά και το δικό του θέλημα κατά τη Θεϊκή του φύση, επειδή το θέλημα και του Πατέρα, και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος είναι κοινό κατά τη Θεϊκή τους φύση. Όμως ήξερε επίσης ότι το θέλημα της ανθρώπινης φύσης του, ήταν διαφορετικό από το θέλημα της Θεϊκής του. Φοβόταν! Όμως υπέταξε το θέλημα της ανθρώπινης φύσης Του στο θέλημα της Θεϊκής.
Β) ΔΕΝ ΦΑΝΕΡΩΝΕΙ ΑΥΤΟ, ΟΤΙ ΥΠΟΚΕΙΤΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ;
Φυσικά. Ως άνθρωπος ήταν κτίσμα. Ως Θεός μόνο ήταν άκτιστος. Αυτό μπερδεύουν κάποιοι και τον θεωρούν «κτίσμα» και κατά τη θεϊκή του φύση. Αλλά και ως Θεός, «γεννάται» από τον Πατέρα. Η «αρχή» του Υιού κατά την αιτία, (και όχι κατά τον χρόνο), είναι ο Πατέρας.
Γ) ΥΠΗΡΧΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ, ΝΑ ΘΕΛΕΙ ΑΛΛΑ Ο ΥΙΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ Ο ΠΑΤΗΡ;
Βεβαίως, όπως σου εξήγησα, μόνο κατά την ανθρώπινη φύση του.
Δ) ΔΕΝ ΘΥΜΟΤΑΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΗΝ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕΩΣ ΤΟΥ; ΔΕΝ ΗΞΕΡΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ;
Και θυμόταν, και ήξερε τη συνέχεια. Όμως η ανθρώπινη φύση του αγωνιούσε. Δεν ήταν υπεράνθρωπος. Ήταν άνθρωπος.
Ε) ΠΩΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕ ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ, ΟΤΙ Ο ΙΔΙΟΣ ΗΤΑΝ ΘΕΟΣ; ΑΥΤΟ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΕΙΧΕ ΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ, ΑΡΑ ΠΩΣ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΜΕΤΑ; ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΕΝΟΣ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ, ΑΦΟΥ ΟΠΩΣ ΠΡΟΑΝΕΦΕΡΑ, ΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΚΑΙ ΘΕΟΣ Ο ΙΔΙΟΣ;
Προσευχόταν ως άνθρωπος προς τον Θεό Πατέρα. Γιατί όπως είπαμε, είναι διαφορετικό πρόσωπο από τον Πατέρα, και μόνο το πρόσωπο τού Υιού έγινε άνθρωπος.
ΣΤ) ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΛΛΟΤΕ ΝΑ ΜΙΛΑ ΩΣ ΘΕΟΣ, ΚΑΙ ΑΛΛΟΤΕ ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΦΟΒΙΣΜΕΝΟΣ;
Νομίζω ότι αυτό το αναφέρω παραπάνω. Εδώ θα σου πω, ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τους αγίους. Όταν βρίσκονται στην κατάσταση της θέωσης, μετέχουν κατά χάριν της άκτιστης ζωής της Θεότητας. Όταν όμως επιστρέφουν στην κατάσταση του φωτισμού, δεν μπορούν ούτε να θυμούνται τα πάντα εκείνα τα «άκτιστα», ούτε καν να τα περιγράψουν. Δες για παράδειγμα την ανάλυση που έχω για την εμπειρία του Παύλου, στα δύο αυτά μικρά κεφαλαιάκια, κάνοντας κλικ ΕΔΩ και ΕΔΩ.
Θα καταλάβεις πώς είναι δυνατόν κάποιος να ζει τη ζωή του Θεού, και μετά να επιστρέφει στην ανθρώπινη ζωή που ξέρουμε.
6. ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΛΕΜΕ, ΕΝΑΣ ΜΕΣΙΤΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, ΑΦΟΥ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ; ΠΟΥ ΜΕΣΙΤΕΥΕΙ; ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ; ΚΑΙ ΑΦΟΥ ΜΑΛΙΣΤΑ Ο ΙΔΙΟΣ ΘΑ ΚΡΙΝΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ!
Είναι μεσίτης επειδή ως Θεός μπορεί να συνδιαλαγεί με τον Θεό, και ως άνθρωπος με τον άνθρωπο. Είναι αυτό που είχε πει προφητικά ο Ιώβ: «Δεν είναι ο Θεός άνθρωπος όπως εγώ, για να συνδιαλαγούμε, γιατί δεν υπάρχει κάποιος να απλώσει τα χέρια του και στους δυο μας και να μας συμφιλιώσει!» Όμως ο Χριστός άπλωσε τα χέρια του στο σταυρό, «γεφυρώνοντας» αυτή τη διαφορά. Γιατί μπορούσε ως «Θεάνθρωπος» να «αγγίξει» στον «ώμο» και το Θεό και τον άνθρωπο, και να τους συμφιλιώσει.
Η μεσιτεία λοιπόν του Χριστού, είναι ότι «ένωσε» τον Θεό και τον άνθρωπο σε ένα πρόσωπο: «Στο πρόσωπό Του». Έτσι, ΜΕΣΩ (μεσίτης) αυτής της ενανθρώπισης, ανύψωσε τον άνθρωπο στο ύψος της Θεότητας (κατά χάριν βέβαια, και όχι κατά φύσιν). Αυτή ήταν και ουσία της ενανθρώπισης. Όχι για να πεθάνει στη θέση των «ενόχων» ανθρώπων, ικανοποιώντας κάποια δήθεν προσβεβλημένη θεία «δικαιοσύνη».
7. α) ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΔΙΑΦΩΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΠΙΚΟΥΣ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ, ΑΝ ΕΚΠΟΡΕΥΕΤΑΙ ΕΚ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ Η ΤΟΥ ΥΙΟΥ;
Η διαφορά είναι η εξής: Η λέξη: «εκπόρευση», αναφέρεται στην εκτός χρόνου «πομπή» του από τον Πατέρα. Και η λέξη: «αποστέλλεται», αναφέρεται στην εντός του χρόνου αποστολή του από τον Υιό. Θα χρησιμοποιήσω το ίδιο παράδειγμα που χρησιμοποιώ τόση ώρα: Η πηγή της θερμότητας του ήλιου, είναι ο «ηλιακός δίσκος», και όχι το φως. Το φως είναι ο φορέας της θερμότητας αυτής, και όχι η πηγή. Έτσι και στη Θεότητα. «Πηγή» τόσο του Υιού όσο και του Αγίου Πνεύματος εκτός χρόνου, είναι ΜΟΝΟ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ. Μία είναι η αρχή στη Θεότητα, ο Πατέρας. Ο Υιός απλώς εν χρόνω στέλνει το Άγιο Πνεύμα, όμως δεν είναι η «πηγή» Του.
Β) ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ; ΥΠΟΚΕΙΤΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ; ΣΤΟΝ ΥΙΟ; ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΜΟΟΥΣΙΟ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΥΙΟΥ;
Φυσικά και είναι Θεός, ως ομοούσιο του Πατρός και του Υιού. Οτιδήποτε είναι «άκτιστο» κατά φύσιν, είναι μέρος της Θεότητας. Όμως κατά την αιτία, μία είναι η αρχή στη Θεότητα, ο Πατέρας. Αν δεχόμασταν ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και από τον Υιό, θα είχαμε δύο αρχές στη Θεότητα, και αυτό αυτομάτως θα σήμαινε ότι το Άγιο Πνεύμα υπολείπεται των δύο άλλων προσώπων. Εφ’ όσον όμως τόσο ο Υιός όσο και το Άγιο Πνεύμα έχουν την αρχή τους στον Πατέρα, η εκπόρευση δεν είναι υστέρηση, αλλά «ιδίωμα» του τρίτου προσώπου της Αγίας Τριάδος.
Γ) ΠΩΣ ΛΟΙΠΟΝ ΛΕΓΕΤΑΙ: «ΘΑ ΣΤΕΙΛΩ ΑΛΛΟΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟ»; ΟΠΩΣ ΠΡΟΑΝΕΦΕΡΑ, ΤΟ «ΘΑ ΣΤΕΙΛΩ», ΔΗΛΩΝΕΙ ΟΤΙ ΕΧΩ ΚΑΙ ΟΡΙΖΩ, ΣΥΝΕΠΩΣ ΚΑΙ ΣΤΕΛΝΩ. ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΣ, ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΥΙΟ; ΑΦΟΥ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ, ΠΩΣ ΣΤΕΛΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΚΑΠΟΙΟΝ, ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ; ΚΑΙ ΑΥΤΟΜΑΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΙΝΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΟΤΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑ ΝΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΙ ΝΑ ΕΛΘΕΙ, ΚΑΙ ΑΠΛΩΣ ΣΤΕΛΝΕΤΑΙ!
Όχι μόνο το Άγιο Πνεύμα στέλνεται από τον Υιό, αλλά σε άλλο σημείο της Αγίας Γραφής, εμφανίζεται ο Υιός ως «Γιαχβέ», να αποστέλλεται από τον Γιαχβέ (Πατέρα) και από το Πνεύμα Του! (Ησαϊας 48/μη΄ 12 – 16). Συνεπώς, η αποστολή δεν σημαίνει υποβιβασμό. Αυτό που έχει σημασία εδώ, είναι ότι η λέξη: «αποστολή» έχει σχέση με το χρόνο, και όχι με την άχρονη και ίση «κατάσταση» των τριών προσώπων.
Η αποστολή, έχει σχέση με την «εξουσία», που πηγάζει πάντοτε από τον Πατέρα, επειδή είναι η μία και μοναδική «αιτιακή» αρχή της Θεότητας. (Γι’ αυτό πριν σου έγραψα ότι είναι το μόνο πρόσωπο της Θεότητας, που η υπόστασή του ταυτίζεται με την ουσία Του). Θα σου πω ένα άλλο παράδειγμα: Ο νους (Πατέρας), γεννά τη λογική (Λόγο ή Υιό), και εκπορεύει το πνεύμα μας (Άγιο Πνεύμα). Δεν είναι όμως ο νους μας ανώτερος από τη λογική μας, ούτε από το πνεύμα μας. Και ο νους, και η λογική και το πνεύμα μας είμαστε εμείς! Απλώς ο νους είναι η αιτιακή αρχή. Μόνο ως προς την αιτία είναι ανώτερος, ως πρώτος.
Η δε αποστολή του Αγίου Πνεύματος από τον Υιό, γίνεται εν χρόνω, λόγω του ότι κάποια πλάσματα βαπτιζόμενα, γίνονται «σώμα Χριστού», και συνεπώς έχουν και αυτά εξουσία να μετέχουν στο Πνεύμα της κεφαλής τους. Και όπως το κεφάλι στέλνει το ζωοποιό πνεύμα στα μέλη του σώματος και τα κινεί, έτσι και η κεφαλή μας ο Χριστός, στέλνει το Άγιο Πνεύμα στα μέλη της Εκκλησίας Του. Η αποστολή λοιπόν εν χρόνω, δεν έχει σχέση με κάποια υποτιθέμενη εξουσία Του επί του Αγίου Πνεύματος «εκτός χρόνου», αλλά με το «εν χρόνω» δικαίωμα της Εκκλησίας, να μετέχει του Αγίου Πνεύματος. Άλλωστε, το ότι οι απόστολοι μετέδιδαν δια της χειροθεσίας το Άγιο Πνεύμα, δεν σημαίνει ότι ήταν ανώτεροι από Αυτό!
Το κάθε τι, γίνεται από κοινού από («αρχή») τον Πατέρα, δια («φορέας») του Υιού, εν («μέσο») Αγίω Πνεύματι, με κοινή θέληση και των τριών. Και μην ξεχνάμε ότι στην άχρονη κατάστασή τους, δεν υπάρχουν «αποφάσεις», γιατί τα πάντα είναι προεγνωσμένα προαιωνίως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου